Το Ίντερνετ και εμείς…

Συνέντευξη της Βρετανίδας Νευροβιολόγου Σούζαν Γκρίνφιλντ

Στο περιοδικό Έψιλον της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας.

Συνέντευξη στο Σπύρο Χατζηγιάννη

“Και τα μυαλά στο Ίντερνετ”

 

Θα σκεφτόμαστε σαν τον υπολογιστή, χωρίς κρίση και νόημα; Θα μας κάνουν το Facebook και το Twitter κοινωνικά

αυτιστικούς; Θα χάσουμε την ατομικότητα·Μι τη δημιουργικότητα μας, βιώνοντας τη ζωή μέσα από έναν

ομοιογενοποιημένο ψηφιακό κόσμο; Για τη*6ιασημη αγγλίδα νευροβιολόγο του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης,

Σούζαν Γκρίνφιλντ, στο βαθμό που ο υπολογιστής δεν είναι εργαλείο αλλά αυτοσκοπός, η απάντηση σε όλα είναι ναι!

 

Η συνεχής διείσδυση του ίντερνετ και των νέων τεχνολογιών στην καθημερινότητα μας ίσως εντάξει στα πρώτα θύματα της το πιο μυστήριο, δυνατό και εύπλαστο όρ­γανο του ανθρώπου, τον εγκέφαλο.

Το ίντερνετ φαίνεται να αλλάζει άρδην τον τρόπο σκέψης και δράσης μας, χαράζοντας μια νέα πορεία όχι μόνο για τις κοινωνίες μας, αλλά, πρωτίστως, για τον εγκέφαλό μας και τις πολύπλοκες λειτουργίες του.

Ολο και περισσότεροι νευροεπιστήμονες παγκοσμίως κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο χειριζόμαστε την τεχνολογία, η οποία ίσως αλλάξει ανεπιστρεπτί τη σχέ­ση των νέων γενεών με την πληροφορία και τη γνώση, αλλά και τον ίδιο τον ανθρώ­πινο εγκέφαλο στον 21ο αιώνα. Ανάμεσα τους ξεχωριστή θέση κατέχει η Σούζαν Γκρίνφιλντ, νευροβιολόγος, καθηγήτρια Συνοπτικής Φαρμακολογίας στο Πανεπι­στήμιο της Οξφόρδης και επικεφαλής του Ινστιτούτου για το μέλλον του μυαλού του ίδιου πανεπιστημίου.

Η Γκρίνφιλντ, στην προσπάθεια της να επιστήσει την προσοχή στις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στον ανθρώπινο νου η υπερβολική ενασχόληση (σε βαθμό εξάρ­τησης) με τους ηλεκτρονικούς υπολογι­στές, χρησιμοποιεί συχνά τον όρο «αλλα­γή του μυαλού», θέλοντας να επισημάνει τον κίνδυνο που ελλοχεύει για το ανθρώ­πινο είδος από αυτήν την ενασχόληση – ένας κίνδυνος παρόμοιος με αυτόν που εγκυμονεί για την ανθρωπότητα η κλιμα­τική αλλαγή. Αν και πολλοί επιστήμονες θεωρούν τους φόβους της πρόωρους, η Γκρίνφιλντ επιμένει: Αν δεν κάνουμε σω­στή χρήση των νέων τεχνολογιών, έτσι ώ­στε να αναπτύξουμε τη δημιουργικότητα μας και να προφυλάξουμε τη μοναδικό­τητα της ύπαρξης μας, τότε κινδυνεύου­με να μετατραπούμε σε ομοιογενοποιημένες προσωπικότητες.

Σήμερα οι νευροεπιστήμονες θεωρούν δεδομένο ότι ο εγκέφαλος μας αλλάζει από τη συνεχή επαφή μας με τις νέες μορφές τεχνολογί­ας. Και αυτό γιατί το κύριο χαρακτηριστι­κό του ανθρώπινου εγκεφάλου είναι η πλα­στικότητα του, το ότι προσαρμόζεται πολύ καλά στο περιβάλλον που ζει. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο άνθρωπος, πε­ρισσότερο από κάθε άλλο ζωικό είδος, κα­ταλαμβάνει τις περισσότερες περιοχές του πλανήτη μας. Το ερώτημα, λοιπόν, δεν εί­ναι αν θ’ αλλάξει ο εγκέφαλος μας από την επαφή του με το ίντερνετ, αλλά το πώς θα αλλάξει.

Η συνεχής επαφή μας με το ίντερνετ μπορεί να έχει κάποιες θετι­κές αλλαγές, όπως ένα υψηλότερο ΙQ του εγκεφάλου μας ή το γεγονός ότι μπορούμε να επεξεργαζόμαστε πολύ γρήγορα πο­λύπλοκες πληροφορίες, να εστιάζουμε την προσοχή μας σε ένα θέμα, έπειτα σε ένα άλλο, με μεγάλη αποτελεσματικότη­τα. Όμως, αυτό δεν αποτελεί μόνο πλεο­νέκτημα: παρότι η ψυχονοητική λειτουργία του ατόμου βελτιώνεται, αυτό συμπερι­φέρεται σαν ένα κομπιούτερ και αναπτύσσει μια ποικιλία αντιδράσεων απέναντι στην ποικιλία των νέων ερεθισμάτων που δέχεται. Το άτομο, όμως, έτσι κάνει αυτό που κάνει κι ένας υπολογιστής: δεν κατα­νοεί τι συμβαίνει!

Με όρους νευροχημείας, αυτός που παίζει ένα βιντεοπαιχνίδι, για παράδειγ­μα, μοιάζει με χρήστη ναρκωτικών. Αισθά­νεται μια έξαψη λόγω της διέγερσης να κερδίσει και νιώθει δυσφορία αν χάσει. Δεν ενδιαφέρεται γι’ αυτό καθαυτό το θέμα του παιχνιδιού – όπως συμβαίνει, για παρά­δειγμα, μ’ ένα βιβλίο που διαβάζει.

Το ίντερνετ αλλάζει τον τρόπο που σκεφτόμαστε. Αυτό όμως φαί­νεται ότι θα έχει μακροπρόθεσμες συνέ­πειες σε κάποιες περιοχές του εγκεφάλου. Το μπροστινό τμήμα του εγκεφάλου, για παράδειγμα, αναπτύσσεται στο τέλος της εφηβείας. Αν κάποιος έφηβος, λοιπόν, ζει καθημερινά στο ψηφιακό περιβαλλόντων βιντεοπαιχνιδιών, παίρνοντας διαρκώς ρί­σκα χωρίς συνέπειες, ζει δηλαδή σ’ ένα περιβάλλον όπου επικρατούν οι έντονες αισθήσεις στο εδώ και τώρα, αυτό προδιαθέτει τον εγκέφαλο του να έχει ένα λιγό­τερο ενεργό μπροστινό τμήμα αργότερα στη ζωή του. Ο έφηβος αυτός συνεχώς προβάρει μια δραστηριότητα η οποία συ­νήθως σχετίζεται με τον εγκέφαλο παι­διών παθολογικών τζογαδόρων ή σχιζο­φρενών…

Η ου­σία ενός βιβλίου είναι ότι έχει αρχή, μέση και τέλος και μια ξεκάθαρη κατεύθυνση. Η ανάγνωση του δεν έχει χρονικούς πε­ριορισμούς. Δεν χρειάζεται να κάνεις κάτι γρήγορα διαβάζοντας, να απαντήσεις σε κάτι, να είσαι διαδραστικός. Αντιθέτως, είσαι παθητικός, γραμμικός και όσο αρ­γός επιθυμείς.

»Η σχέση με το ίντερνετ απαιτεί από τον ανθρώπινο εγκέφαλο ακριβώς τα αντί­θετα στοιχεία. Ίσως το να είσαι παθητικός ακούγεται κακό, αλλά, στην ουσία, είναι κάτι καλό γιατί έτσι σκεφτόμαστε! Χρει­άζεται να φρενάρουμε τον εγκέφαλο μας και χρειάζεται να είμαστε συγκεντρωμέ­νοι σε κάτι, ώστε αυτό το κάτι να μας οδη­γήσει σε κάτι άλλο. Για να σκεφτούμε, λοι­πόν, το μυαλό μας πρέπει να προπονείται ακολουθώντας μια ξεκάθαρη σειρά. Και αυτό δεν συμβαίνει όταν έχουμε μια άναρ­χη, χαοτική πρόσβαση σε πληροφορίες μέσω του ίντερνετ.

Η νοοτροπία τού “αυτό που βλέπεις είναι αυτό που είσαι”, που δεν σου επι­τρέπει να καταλάβεις ότι οι άλλοι μπορεί να αισθάνονται διαφορετικά από σένα, πηγάζει και από το γεγονός ότι με το Facebook και τοTwitter δεν ερχόμαστε σε άμε­ση επαφή με τους γύρω μας. Όταν μιλά­με σε κάποιον πρόσωπο με πρόσωπο, αναλύουν με τη ματιά του, τον τόνο της φω­νής του, τη γλώσσα του σώματος του, μπορούμε να τον αγγίξουμε. Αυτή η πο­λυδιάστατη, ανθρώπινη επικοινωνία ακρω­τηριάζεται στις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης. Συνηθίζουμε έτσι να συναντά­με ανθρώπους ολοένα και λιγότερο εκτός διαδικτύου και αυτό μας κάνει σχεδόν αυ­τιστικούς!


Όσο περισσότερο χρόνο σπαταλά κανείς μπροστά σε μια οθόνη τόσο λιγότερο χρό­νο έχει να αναπτύξει άλλες δραστηριότη­τες. Ανησυχώ για το γεγονός ότι κάτι τέ­τοιο περιορίζει το φάσμα των δυνατοτήτων της ζωής πολλών ανθρώπων. Ένα chat room από μόνο του δεν είναι απαραιτή­τως κάτι κακό, αλλά αν, με τη χρήση του, ξεχνάμε να πάμε μια βόλτα μ’ έναν φίλο μας, να κάνουμε μια διεξοδική συζήτηση μ’ έναν γνωστό μας ή να διαβάσουμε ένα βιβλίο, αφήνοντας τις λέξεις να βυθιστούν αργά στο μυαλό μας, και αντ’ αυτού ανταλ­λάσσουμε σύντομα και πολύ γρήγορα μη­νύματα στο ίντερνετ, του τύπου Όλα καλά; Πώς πάει;” κ.λπ., τότε ο εγκέφαλος μας λειτουργεί όπως ένα κομπιούτερ. Και η ει­ρωνεία είναι ότι η γενιά μας ζει περισσό­τερα χρόνια και έχει πολύ περισσότερο ελεύθερο χρόνο από κάθε άλλη γενιά…

Εάν ο εγκέφαλος μας είναι συνδεδεμέ­νος με ένα ψηφιακό περιβάλλον και αν το περιβάλλον αυτό γίνεται ολοένα και πιο ο­μοιόμορφο, τότε αυτό θα σημάνει και το τέλος της ατομικής μας ιδιαιτερότητας. Εάν ζεις συνεχώς μια ομοιογενοποιημένη διαδικτυακή ζωή, την ίδια με όλους αυτούς που είναι on line παντού γύρω σου, χωρίς παρελθόν, χωρίς μέλλον, χωρίς να έχεις άμεσα βιώματα μέσα στον πραγματικό, μη ψηφιακό κόσμο, τότε δεν θα διαφοροποι­είσαι από τους υπόλοιπους.

Το πρώτο πιθανό σενάριο είναι ότι θα καταλήξει ο καθένας μας να συμπεριφέρεται σαν ηλεκτρονικός υπολο­γιστής και να προτιμά να αλληλεπιδρά με άλλα κομπιούτερ και όχι με ανθρώπους. Κάτι το οποίο ήδη συμβαίνει ώς έναν βαθμό, κα­θώς πολλοί αισθάνονται πιο άνετα μπροστά σε έναν υπολογιστή.

Το δεύτερο σενάριο είναι ότι πολλοί λάτρεις του διαδικτύου, ζώντας μια ζωή μπροστά σε μια οθόνη (κάτι που τους στε­ρεί τη δυνατότητα ουσιαστικού διαλόγου), αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να αγκαλιά­σουν πάσης φύσεως φόνταμενταλιστικά κινήματα. Είναι ένα πολύ ελκυστικό αντίδο­το το να συμμετέχεις σε μια συλλογική φα­ντασίωση που σε οδηγεί να αδιαφορείς για την ιδιαιτερότητα σου.

Το τρίτο σενάριο το οποίο φυσικά προ­τιμώ και για το οποίο αγωνίζομαι, αφορά την προσπάθεια μας να καλλιεργήσουμε την τεχνολογία που θα βοηθήσει τους αν­θρώπους να αισθανθούν την αίσθηση της ταυτότητας τους, της ατομικότητας τους και της αυτοεκπλήρωσής τους. Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της έκφρα­σης της δημιουργικότητας τους. Όμως, για να συμβεί αυτό, πρέπει τα άτομα να εί­ναι ενεργά και όχι παθητικοί δέκτες, πρέ­πει να κατανοούν όσα συμβαίνουν γύρω τους και όχι απλώς να επεξεργάζονται πλη­ροφορίες – και νομίζω ότι αυτήν τη στιγ­μή τα κομπιούτερ δεν βοηθάνε τους ανθρώ­πους να πετύχουν κάτι τέτοιο.

 

Βιογραφικό της νευροβιολόγου Σούζαν Γκρίνφιλντ


  • Γεννήθηκε το 1950 στο Λονδίνο

• Στην εφηβεία της χειρούργησε ένα νεκρό κουνέλι για να

δει για πρώτη φορά στη ζωή της έναν εγκέφαλο, ενώ στα 16 της πειραματιζόταν με τον εγκέφαλο του τρίχρονου τότε αδερφού της, μαθαίνοντας του το ελληνικό αλφάβητο!

•Στο επίκεντρο της έρευνας της είναι η μελέτη των ασθε­νειών του Πάρκινσον και του Αλτσχάιμερ.

•Το 1995 δημοσιεύει τη δικιά της θεωρία για τη συνείδηση με το βιβλίο της «Ταξίδι στα κέντρα του μυαλού».

•Από το 1998 ώς το 2010 ήταν πρόεδρος στο διεθνούς φήμη Βασιλικό Ινστιτούτο της Μ. Βρετανίας, η πρώτη γυναί­κα στην ιστορία του οργανισμού σε αυτήν τη θέση.

•Το 2005 ίδρυσε το Κέντρο για την Επιστήμη του Μυα­λού στην Οξφόρδη. Είναι διευθύντρια αυτού του κέντρου, όπως και του Ινστιτούτου για το Μέλλον του Μυαλού της

•Εχει λάβει πολυάριθμα βραβεία, ενώ το 2000 η «Ομπσέρβερ» την ανακήρυξε Γυναίκα της Χρονιάς. Σήμερα θεωρείται η κορυφαία γυναίκα επιστήμονας στην Αγγλία.

•Τον Μάρτιο του 2010 έδωσε διάλεξη με τίτλο «Το ελληνι­κό μυαλό οτον μοντέρνο κόσμο» στο Πανεπιστήμιο Royal Holoway του Λονδίνου, όπου ανέλυσε τη σημασία της αρχαί­ας ελληνικής γλώσσας, λογοτεχνίας και ιστορίας για τη μελέτη του ανθρώπινου εγκεφάλου.

•Ανάμεσα στα βιβλία της συγκαταλέγεται το “Tomorrow’s People: How 21st Century Technology is changing the way we think and feel” (εκδ. Allen Lane 2003) στο οποίο αναλύει τους κινδύνους κατακλυσμιαίων αλλαγών στον εγκέ­φαλο και την ανθρώπινη φύση των επόμενων γενεών από την τεχνολογική επανάσταση.

Tagged ,

One thought on “Το Ίντερνετ και εμείς…

Comments are closed.