Υπόθεση Πατσίφικο – Τα Παρκερικά
Δεύτερο Μέρος
Ο ναυτικός αποκλεισμός της Ελλάδας το 1850
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ
Η αγγλική κυβέρνηση πίεζε την ελληνική να αποζημιώσει το Βρετανό υπήκοο Δαυίδ Πατσίφικο για τις φθορές που είχε υποστεί η κινητή και η ακίνητη περιουσία του από το εξαγριωμένο αθηναϊκό πλήθος το Πάσχα του 1849. Μετά το θάνατο του γαλλόφιλου πρωθυπουργού Ι. Κωλέττη και την ανάληψη της πρωθυπουργίας από το μετριοπαθή Κωνσταντίνο Κανάρη, τον πυρπολητή του 1821, οι αγγλικές πιέσεις περιορίστηκαν. Όταν όμως την εξουσία ανέλαβε η κυβέρνηση του Αντωνίου Κριεζή (τη 14η Δεκεμβρίου 1849), ο Άγγλος υπουργός των Εξωτερικών Πάλμερστον αποφάσισε να λύσει τις ελληνοαγγλικές εκκρεμότητες με τη δύναμη των όπλων.
Η πρωτόγνωρη για τα παγκόσμια χρονικά ενέργεια της διαταγής να προβεί ο Αγγλικός Στόλος σε ναυτικό αποκλεισμό των Ελληνικών λιμένων τον Ιανουάριο του 1850 και να κατασχεθούν πολεμικά κι εμπορικά πλοία, αν δεν αποζημιωνόταν εκβιαστικώς δίχως δίκη ο Πασίφικο, έμεινε γνωστή στην ιστορία ως Πολιτική των Κανονιοφόρων και ειδικώς για την Ελλάδα τα γνωστά Παρκερικά.
Στα τέλη του 1849 ο Άγγλος ναύαρχος Γουλιέλμος Πάρκερ απέπλευσε από τα Δαρδανέλια με 14 ή 15 πλοία τελευταίου τύπου εξοπλισμένα με 731 πυροβόλα και με 7 με 8 χιλιάδες ναύτες. Ο στόλος αυτός – είπε ο λόρδος Άμπερντην – ήταν ισχυρότερος και από εκείνον με τον οποίο νίκησε ο Νέλσον στη ναυμαχία του Τραφάλγκαρ!
Τη 15η Ιανουαρίου 1850 αγκυροβόλησε στον Πειραιά και την επόμενη ημέρα συνοδευόμενος από τον Άγγλο πρεσβευτή Βάις (είχε διαδεχτεί τον Ε. Λάιονς τον Απρίλιο του 1849) επέδωσε στον υπουργό των Εξωτερικών Αναστάσιο Λόντο τελεσίγραφο, με το οποίο ζητούσε την άμεση ικανοποίηση ορισμένων αγγλικών απαιτήσεων. Συγκεκριμένα ζητούσε:
- Να αποζημιωθεί ο Πατσίφικο με 31.534 λίρες και ένα σελίνι,
- Να αποζημιωθεί ο Άγγλος ιστορικός Φίνλεϋ για ορισμένα οικόπεδα που είχε στην Αθήνα, τα οποία είχε αγοράσει κατά την περίοδο της Επανάστασης του 1821 και τα οποία είτε περιλήφθηκαν στον Εθνικό (τότε Βασιλικό) κήπο είτε χρησιμοποιήθηκαν για να ανοιχτούν οι οδοί Αθηνάς και Πειραιώς,
- Να αποζημιωθούν κάποιοι Επτανήσιοι, υπήκοοι της Ιονίου Πολιτείας που τότε ήταν αγγλικό προτεκτοράτο, οι οποίοι είχαν κακοποιηθεί από τις ελληνικές αστυνομικές αρχές στην Πελοπόννησο,
- Να καταβληθεί αποζημίωση σ’ έναν Επτανήσιο, το αλιευτικό πλοιάριο του οποίου είχε ληστευτεί προ πολλών ετών στις εκβολές του Αχελώου
- Να ικανοποιηθεί οικονομικά η Αγγλία για την προσβολή της αγγλικής σημαίας που είχε γίνει στον Πύργο από κάποιους μεθυσμένους,
- Να ενσωματωθούν στην Ιόνιο Πολιτεία δυο νησίδες στην άκρη της Πελοποννήσου : η Ελαφόνησος (απέναντι από τη Λακωνία) και η Σαπιέντζα (κοντά στη Μεθώνη). Ο Γ. Κορδάτος, αναφορικά με την τελευταία αγγλική διεκδίκηση, έγραψε στο βιβλίο «Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος»: «Η Αγγλία ήθελε να κάνει τα δυο νησιά βάσεις με απώτερο σκοπό να βάλει μια μέρα πόδι στο Μοριά».
Οι αγγλικές απαιτήσεις απερρίφθησαν από την ελληνική κυβέρνηση και ο υπουργός των Εξωτερικών Αναστάσιος Λόντος τη 19η Ιανουαρίου 1850 με μια επιστολή που έστειλε στον Πάρκερ εξέφραζε τη λύπη του για τη στάση της Αγγλίας. Είναι ενδεικτικό ένα απόσπασμα:
«Ενώπιον μιας δυνάμεως ως εκείνης ήτις υπακούει εις τας οδηγίας σας, η κυβέρνησις της Αυτού Μεγαλειότητος (: του Όθωνα) δεν δύναται να αντιτάξει ειμή τα δίκαιά της και την επίσημον διαμαρτυρίαν της διά τας εχθρικάς πράξεις τας συντελεσθείσας εν πλήρει ειρήνη και αίτινες αποτελούν βιασμόν της αξιοπρεπείας και της ανεξαρτησίας της».
Παράλληλα επικαλέστηκε τη συνδρομή των πρεσβευτών της Γαλλίας Τουβενέλ και της Ρωσίας Περσιάνι, δεδομένου ότι οι δυο αυτές χώρες μαζί με την Αγγλία ήταν «προστάτιδες δυνάμεις» της Ελλάδας βάσει των συνθηκών του 1830 και 1832. Ο Γάλλος πρεσβευτής ζήτησε από τον Βάις να ανασταλεί κάθε πολεμική δράση εξαναγκασμού του ελληνικού κράτους, μέχρις ότου οι Δυνάμεις απαντήσουν στην αίτηση διαιτησίας που είχε υποβληθεί προς αυτές από την ελληνική κυβέρνηση. Παρά την αντίδραση όμως των διπλωματικών εκπροσώπων των δυο άλλων εγγυητριών δυνάμεων ο Άγγλος ναύαρχος Πάρκερ συνέχισε τον αποκλεισμό όλων των ελληνικών λιμανιών και απαγόρευσε κάθε ναυσιπλοΐα. (
Δεν υπήρχε ακόμη οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο στην Ελλάδα. Η αλληλογραφία και το εμπόριο διεξαγόταν τότε, μόνο μέσω θαλάσσης.)
Ο αποκλεισμός των ελληνικών λιμανιών του Πειραιά, Πατρών, Σύρου, Ύδρας, Ναυπλίου, Χαλκίδας και Κορίνθου ήταν άμεσος.
Κατεσχέθησαν τα καλύτερα πολεμικά σκάφη του Στόλου. Συγκεκριμένα τα ΟΘΩΝ, ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ, ΚΑΝΑΡΗΣ, ΚΡΙΕΖΗΣ, ΤΟΜΠΑΖΗΣ, ΜΕΘΩΝΗ, ΝΑΥΤΙΛΟΣ, ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ, ΣΦΑΚΤΗΡΙΑ, ΤΣΑΜΑΔΟΣ, ΜΙΑΟΥΛΗΣ, ΚΑΣΤΩΡ. Σημειωτέον ότι δεν κατεσχέθησαν τα πλοία τα οποία έφεραν τιμητικώς, ονόματα Άγγλων, δηλαδή τα ΚΟΧΡΑΝ, ΑΣΤΙΓΞ και το ΜΑΤΘΙΛΔΗ, όνομα της αδελφής της βασιλίσσης της Αγγλίας, Βικτωρίας.
Την 29η Ιανουαρίου 1850 η αγγλική πίεση εντάθηκε. Δεν συλλαμβάνονταν μόνο τα πολεμικά αλλά και τα εμπορικά ελληνικά πλοία, τα οποία οδηγούνταν στο λιμάνι της Σαλαμίνας και κρατούνταν εκεί ως ενέχυρο για τις αιτούμενες αποζημιώσεις. Και ενώ αυξανόταν συνεχώς ο αριθμός των πλοίων που συλλάμβαναν οι Άγγλοι, στους δρόμους των αθηναϊκών συνοικιών οι μαστιζόμενοι από την πείνα Έλληνες συζητούσαν για τον ενδεχόμενο πόλεμο Ελλάδας – Αγγλίας.
Αναφορά στα δραματικά γεγονότα της περιόδου αυτής έκανε και ο Γ. Μακρυγιάννης στα «Απομνημονεύματά» του:
«…Μας πήραν όλα τα καράβια και μας κατακερμάτισαν όλο το εμπόριο και τζαλαπάτησαν την σημαίαν μας και πεθαίνουν της πείνας οι ανθρώποι των νησιών και εκείνοι οπούχουν τα καράβια τους γκιζερούν εις τους δρόμους και κλαίνε με μαύρα δάκρυα». Και σε άλλο σημείο πρόσθεσε: « Ήρθε ο Πάκερ με όλο το στόλο του, ο ναύαρχος της Αγγλίας, και μας μπλοκάρισαν κάμποσον καιρόν. Ο Βασιλέας και η Κυβέρνηση μου έστειλαν τον Γαρδικιώτη και μου είπαν να βαρέσω ντουφέκι. Τους είπα ντουφέκι δεν βαρώ, ότι όσα κανόνια έχει ο Πάκερ, δεν έχομε ντουφέκια εμείς».
Τη 12η Φεβρουαρίου 1850 ορίστηκε ως μεσολαβητής ο Γάλλος βαρόνος Γκρος , ώστε να τερματιστεί ο ναυτικός αποκλεισμός, που είχε δημιουργήσει μεγάλο επισιτιστικό πρόβλημα στη χώρα μας. Ήρθε στην Αθήνα την 6η Μαρτίου και την επόμενη ημέρα συναντήθηκε με τον Άγγλο πρεσβευτή Βάις. Ο ναυτικός αποκλεισμός ήρθη προσωρινά, αλλά τα κατασχεθέντα ελληνικά πλοία κρατούνταν από τους Άγγλους. Ο υπουργός των Εξωτερικών Πάλμερστον δεν ήταν διατεθειμένος να κάνει καμιά υποχώρηση από τις αξιώσεις του. Την 26η Μαρτίου ο Γκρος πρότεινε την απόδοση των καταληφθέντων πλοίων με την καταβολή κάποιας αποζημίωσης από μέρους της Ελλάδας, της οποίας δεν καθόρισε το ποσό. Η αγγλική αδιαλλαξία συνεχίστηκε, γεγονός που ανάγκασε το Γάλλο μεσολαβητή να κάνει την τελική του πρόταση. Η Ελλάδα θα πλήρωνε το ποσό των 500.000 δραχμών για τις αποζημιώσεις που απαιτούσαν οι Άγγλοι.
Την 25η Απριλίου ο ναύαρχος Πάρκερ, για να εξαναγκάσει τους Έλληνες να δεχτούν την πρόταση, εφάρμοσε γενικό αποκλεισμό του εμπορικού ναυτικού της Ελλάδας, επιτείνοντας τα πιεστικά μέτρα που είχαν για λίγες μέρες αρθεί. Μπροστά στη νέα κατάσταση ο βασιλιάς Όθωνας και η ελληνική πολιτική ηγεσία αναγκάστηκαν να «συνθηκολογήσουν» την 26η Απριλίου 1850. Τελικά ύστερα από την καταβολή του καθορισθέντος χρηματικού ποσού στην Αγγλία, τον Ιούνιο του 1850 ο πανίσχυρος στόλος του Πάρκερ απέπλευσε από τον Πειραιά ελευθερώνοντας και τα ελληνικά πλοία, τα οποία είχαν κατάσχει οι Άγγλοι κατά τη διάρκεια του αποκλεισμού .
Εκ μέρους της Ελληνικής Κυβέρνησης ορίσθηκε επιτροπή διαιτησίας η οποία και επιδίκασε τελικώς στον Πασίφικο το υπέρογκο ποσόν των 100.000 δρχ. ώστε να θεωρηθεί η υπόθεση λήξασα. Επιτροπή δε στην Λισσαβώνα υπό τον επιτετραμένο της Γαλλίας Louis Beclard κατόπιν επισταμένων ερευνών στα πορτογαλλικά πιστωτικά έγγραφα, επεδίκασε τον Αύγουστο του 1851 στον τυχοδιώκτη Πασίφικο 3.750 δραχμές ή 150 λίρες Αγγλίας (αντί των 665.000 δραχμών ή 26.000 λιρών που υπεστήριζε ότι έχασε ο Πασίφικο). Τελικώς, ο πρεσβευτής Γουάις επέστρεψε 150.000 δραχμές της εγγυήσεως. Η Ελλάδα υπέστη αρκετά μεγάλη οικονομική απώλεια από αυτήν την υπόθεση, ηθικώς όμως όχι. Ο λαός επέδειξε σθένος, καρτερία και ψυχραιμία, ο Όθων βρέθηκε πιό λαοφιλής και η κοινή γνώμη στην Ευρώπη έδειχνε συμπαράσταση στην Ελλάδα. Ακόμη και το αγγλόφιλο κόμμα υπεστήριξε τον Όθωνα.
Ο Πάλμερστον υπερασπίστηκε τις ενέργειές του όχι μόνο για την συγκεκριμένη υπόθεση αλλά για την γενικότερη εξωτερική πολιτική του, που υιοθετούσε την υπεράσπιση οποιουδήποτε Βρετανού πολίτη με όλα τα μέσα, με μια ομιλία πέντε ωρών γνωστή ως Civis Romanus sum (Είμαι Ρωμαίος πολίτης) συγκρίνοντας την Βρετανική με την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Δήλωσε μετά παρρησίας την άποψη ότι η Αγγλία έχει δικαίωμα να υποκαθιστά τα ξένα δικαστήρια προς υπεράσπιση πολιτών της. Η Βασίλισσα Βικτωρία της Αγγλίας απέστειλε σχετικό έγγραφο στον Πρωθυπουργό Ράσσελ θεωρώντας τον εν λόγω υπουργό ως κύριο υπαίτιο της διεθνούς δυσφορίας προς την Αγγλία και κοινοποίησε την απαγόρευση πλέον οποιασδήποτε ενέργειας επί των εξωτερικών σχέσεων χωρίς την προηγούμενη έγκρισή της.
Παρόλα αυτά η Αγγλία με το ναυτικό αποκλεισμό της Ελλάδας εξυπηρέτησε έναν πολιτικό κι έναν οικονομικό στόχο της:
- Έδειξε στις δυο άλλες εγγυήτριες δυνάμεις ότι δεν θα επέτρεπε την αύξηση της επιρροής τους στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος και
- Έπληξε τον ελληνικό εμπορικό στόλο, τον οποίο τον έβλεπε ως ανταγωνιστή του εμπορικού ναυτικού της, δεδομένου ότι τα ελληνικά πλοία είχαν ήδη κυριαρχήσει στη ναυσιπλοΐα στο Δούναβη. Έτσι, λοιπόν, βρήκε αφορμή από ένα ασήμαντο περιστατικό (την υπόθεση Πατσίφικο), για να εφαρμόσει στα μέσα του 19ουαιώνα την πολιτική του «δικαίου της πυγμής».
ΠΗΓΕΣ
One thought on “Υπόθεση Πατσίφικο – Τα Παρκερικά (Δεύτερο Μέρος)”
Comments are closed.