Ο πρώτος τουριστικός αστυνόμος και η… Κυρά Καλλιόπη

Ο πρώτος τουριστικός αστυνόμος και η… Κυρά Καλλιόπη

Ο πρώτος τουριστικός αστυνόμος

Αναδημοσίευση από το ιστολόγιο Komianos’s Blog του ΣΠΥΡΟΥ ΚΟΜΙΑΝΟΥ

Η κυρά Καλλιόπη και ο τουριστικός αστυνόμος

Αναδημοσίευση από το ιστολόγιο του Κ. Καράπαυλου “Αιρετικές απόψεις για το Ναύπλιο

Ένας από τους ανθρώπους που άφησαν τα ίχνη τους και συνέβαλαν στην Τουριστική ανάπτυξη και αξιοποίηση της πόλης του Ναυπλίου και των γύρω αξιόλογων αρχαιολογικών χώρων, ήταν ο νεοαποφοιτήσας και νεοδιορισθείς Διοικητής τουριστικής Αστυνομίας, αείμνηστος πατέρας μου, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΚΟΜΙΑΝΟΣ. Τόπος καταγωγής ένα όμορφο παραδοσιακό χωριό o Σταυρός Κερκύρας, κτισμένο στο βουνό πάνω από τις Μπενίτσες. Γεννημένος στην συνοικία Κομιανάτα Σταυρού, γόνος μιας πολυμελούς και φτωχικής αγροτικής οικογένειας.

Κάθε πρωί για να μορφωθεί ξεκινούσε με τα πόδια διανύοντας μία απόσταση 12 και πλέον χιλιομέτρων κακοτράχαλου δρόμου για την πόλη της Κέρκυρας την (Χώρα). Για να εξοικονομεί το χαρτζιλίκι του και να πληρώνει τα δίδακτρα των ξένων γλωσσών (Αγγλικά, Γαλλικά), τα Σαββατοκύριακα ανηφόριζε στο λοφίσκο του «Φτελιά» όπου μάζευε σε δεμάτια κλωνάρια Σχίνου.

Υπηρέτησε σε πολλά μέρη των Ελληνοαλβανικών συνόρων και μετά αποσπάσθηκε στη Θεσσαλονίκη. Τον Δεκέμβριο 1934 αποσπάσθηκε στην Αθήνα για την σχολή Ενωμοταρχών Τουριστικής Αστυνομίας όπου και φοίτησε για δύο χρόνια. Εκτός από τα Γαλλικά και Αγγλικά έμαθε και την γλώσσα των Ιταλικών με την μέθοδο «άνευ διδασκάλου», και πέρασε την σχολή. Πρώτη ανάληψη καθηκόντων ως διοικητή τουριστικής αστυνομίας ήταν στον δεμένο με την ιστορία, παράδεισο του Ναύπλιο.

komianos kon
ΚΟΜΙΑΝΟΣ ΣΠ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

Ενθουσιασμένος από τις ομορφιές και την ιστορία του Ναυπλίου, ο νεοδιόριστος διοικητής της Τουριστικής Αστυνομίας, έβαλε όλα τα δυνατά του για να αναπλάσει τουριστικά την πόλη. Προτεραιότητα η καθαριότητα, η απομάκρυνση ακαλαίσθητων παραπηγμάτων, παραγκών, κουφάρια από σαπισμένα σκαριά βαρκών και άλλων αντικειμένων στην πλησίον καραβόσχαρα, και γενικά η ευπρεπής εικόνα της πόλης του Ναυπλίου.

Ήταν τότε στα μέσα της δεκαετίας του 50, μικρό παιδί στην παλιά πόλη του Ναυπλίου και ζούσα στο πατρικό μου σπίτι την πλατεία Αγίου Σπυρίδωνος. Κάθε πρωί κάτω από το σπίτι μου περνούσαν μικροπωλητές γυρολόγοι που μετέφεραν τα εμπορεύματά τους είτε σε κάρα που τα έσερναν ζωντανά, ή χειράμαξες γεμάτες με φρέσκα λαχταριστά ψάρια και με τις αγρασάριστες ξύλινες ρόδες να τρίζουν, ο περίφημος Μπάρμπα Γαλάνης που με την ένρινη φωνή του διαλαλούσε την πραμάτεια του, «Μαρίδα!!!!!,Γόπα!!!!! Εδώ το φρέσκο ψάρι κατευθείαν από τη τράτα!!!!» ή σε φορτωμένα «βασταγά» (υποζύγια). Θυμάμαι λες και είναι τώρα τους δρόμους γύρω, τους γυρολόγους πωλητές με φορτωμένη την πραμάτεια τους είτε αυτή ήταν η κυρά Ασπασία η γαλατού, ή οπωροπώλης ο μπάρμπα Γιάννης ο Τσιτσόπουλος που με την στεντόρεια φωνή του διαλαλούσε κοφτά, » Αγγούρια, Ντομάτες, Πατάτες».

manavis_1950
ΜΑΝΑΒΗΣ της δεκαετίας 1950. Γιώργος Καρατάσος, Παλαιές φωτογραφίες του Ναυπλίου. Από το βιβλίο του αξέχαστου φίλου Γ. Αντωνίου ”Το Εμπορ/κό Παρελθόν του Ναυπλίου”

Μετά ακολουθούσε η λαχανού κυρά Δάφνη «Λάχανα!!!, Γλυκά ραδίκια….» Σειρά είχε ο αυγουλάς, με μια μπάσα ιδιόμορφη κοφτή φωνή διαφήμιζε την πραμάτεια του, «Αυγά…Αυγά». Πολλές φορές περνούσε κάποιος βοσκός σέρνοντας δεμένα με τριχιά πίσω του κάποιο μικρό κοπάδι με αιγοπρόβατα που τα πήγαινε για σφάξιμο στα χασάπικα ή για πούλημα στους χασάπηδες. Κάθε πρωί το απαραίτητο κτύπημα της βαριοπούλας πάνω στις σιδερένιες σφήνες για το σχίσιμο των κορμών για να κάψει ο ξυλόφουρνος των αδελφών Μπότσου. Όποιος πέρναγε έξω από τον φούρνο του έσπαζε τα ρουθούνια η περίφημη μυρουδιά του φρεσκοψημένου ψωμιού και των φαγητών στο τεψί ή το γιουβέτσι σε πήλινο τσουκάλι.

Όσο για το ξυπνητήρι το είχαμε καταργήσει, από τις 5 τα ξημερώματα όλος ο κόσμος ήταν στο πόδι. Δεν ήταν καθόλου ασυνήθιστο τότε το θέαμα με τα ζώα μέσα στην πόλη και η βόσκηση των προβάτων στα χορτάρια δίπλα στις σιδηροδρομικές γραμμές και στις πλαγιές του κάστρου του Παλαμηδιού. Κατσίκια σκαρφαλωμένα στα βράχια εκεί που δεν έφταναν την χλωρακιά τα πρόβατα. Σε μερικά χρόνια όταν τα παιδιά μας μεγαλώσουν, θα τους λέμε ότι, τους παλιούς εκείνους ρομαντικά συναισθηματικούς καιρούς, οι αγορές, δοσοληψίες, μεταφορές εμπορευμάτων και μικρά κοπάδια περνούσαν μέσα στην πόλη και κανένα παιδί δεν θα μας πιστεύει. Εμένα που τα πρόλαβα έστω και για μικρό χρονικό διάστημα, μου φαινόταν πολύ φυσιολογικό το γεγονός ότι συνυπήρχαν άνθρωποι, αυτοκίνητα «γκαζοζέν» ποδήλατα με λάστιχα από καουτσούκ και ζώα όλων των τύπων, εννοώ γαϊδούρια, μουλάρια, άλογα, κοπάδια από πρόβατα, γελάδια, κατσίκια κ.α.

Πριν την τοποθέτηση της τουριστικής αστυνομίας. Γράφει λοιπόν ο Κ. Καράπαυλος στο ιστολόγιο του “Αιρετικές Απόψεις για το Ναύπλιο”: «Είχαν γίνει προσπάθειες για την απομάκρυνση των κοπαδιών από την πόλη του Ναυπλίου πολύ παλαιότερα. Ο δικτάτορας Μεταξάς, απ΄ότι πληροφορήθηκα, αποφάσισε να εξολοθρεύσει τις κατσίκες με το σκεπτικό ότι έκαναν μεγάλη ζημιά σε καλλιέργειες και το κρέας τους και το γάλα τους τότε ήταν σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με το προβατίσιο. «Εξολοθρεύσατε τας αίγας» ήτο η διαταγή του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου. Εκείνη την εποχή λοιπόν, τέλη της δεκαετίας του 30, ως δασάρχης στην Αργολίδα υπηρετούσε ο περιβόητος Καλοβυρνάς.

Υπάλληλος με συναίσθηση του καθήκοντος και απόλυτα πειθήνιος εις τας διαταγάς άνωθεν. Όταν λοιπόν κατέφθασε στο Δασαρχείο η εγκύκλιος για την εξολόθρευση των αιγών ο δασάρχης πήρε το κυνηγετικό του όπλο για να εκτελέσει τα γίδια της κυρα-Καλλιόπης. Μπαμ!!! Ο πρώτος πυροβολισμός και νάσου καταγής ο τράγος. Πέφτουν πάνω στο Δασάρχη οι Προνοιώτες και βρίσκει την ευκαιρία η κυρα-Καλλιόπη και σώζει το κοπάδι της, πλην του κερατά του τράγου, που μας άφησε χρόνους «υπέρ πατρίδος» (δικτάτορος).

agios iwannis
Αη Γιάννης

Η κυρα-Καλλιόπη λοιπόν, υπήρξε μια πολύ ωραία φιγούρα στο Ναύπλιο. Τη θυμούνται καλά οι παλαιότεροι μεταξύ των οποίων και εγώ, ο γέρων πεντηκοντούτης και βάλε. Μια εποχή είχε το μαντρί της στην Κατακεκρυμμένη στην Καραθώνα. Οι περισσότεροι βέβαια την έβλεπαν, εκεί, στο Αη Γιάννη, στη Λεωφόρο 25ης Μαρτίου. Η κυρα-Καλλιόπη με τα γίδια της, ήταν το σήμα κατατεθέν της περιοχής μεταξύ Ναυπλίου και Πρόνοιας. Κάποια εποχή όμως τα γίδια της βρήκαν νέο καταφύγιο κάτω από το Λιοντάρι των Βαυαρών. Όταν λοιπόν πήγαιναν οι οικογένειες πεζοί για να πάνε στο Νεκροταφείο στους τάφους των δικών τους και τους έβλεπε η κυρά-Καλλιόπη, που ομιλούσε και την άπταιστη καθαρεύουσα, τους υποδεχόταν με χαμόγελα και καλοσύνες. «Καλώς τα βασιλόπουλα και τις βασιλοπούλες, καλώς τα αρχοντόπουλα και τις αρχοντοπούλες» Δεν διέκρινε κοινωνικές τάξεις. Όλοι ήσαν άρχοντες και βασιλιάδες στα μάτια της.

Μόνον έναν μόλις τον αντίκριζε έβγαζε αφρούς και τον έβριζε. «Φύγε από εδώ κιτρινιάρη. Μακρυά μου χλεμπονιάρη».Τον μόνο άνθρωπο που αντιπαθούσε η κυρά-Καλλιόπη ήταν ο Κώστας Κομιανός. Κερκυραίος την καταγωγή, υπήρξε ο πρώτος τουριστικός αστυνόμος της πόλης.

Και ο πρώτος που φρόντισε την καθαριότητα και την ευπρέπεια του Ναυπλίου για να δεχθεί τους πρώτους επισκέπτες, τις πρώτες ξένες χελιδονίτσες. Ακούραστος και με όρεξη για δουλειά, όργωνε καθημερινά την πόλη. Έδιωξε τις παράγκες. Φρόντισε τα σκουπίδια να μπαίνουν σε μεταλλικούς κάδους με καπάκια για να μην τα ξεσκίζουν οι γάτες. Έβαλε ποδιές και στολές στα γκαρσόνια. Άλλαξε την όψη της πόλης. Ευγενέστατος με όλους τους πολίτες υπήρξε τελικά ο συμπαθής αστυνομικός, παρά την αυστηρότητά του σε θέματα υγιεινής και εμφάνισης της πόλης και των καταστημάτων.»

Μεταξύ των πολλών που έκανε υπέρ της τουριστικής ανάπτυξης ο Κώστας ο Κομιανός, ήταν να επιχειρήσει, κάποιες δεκαετίες μετά τον Καλλυβαρνά, να διώξει και αυτός τα γίδια της κυρα-Καλλιόπης από τον πολεοδομικό ιστό, διότι δεν ήσαν τα ζώα συμβατά με τις νέες τουριστικές δραστηριότητες της πόλης. Ρε με το καλό, δε με το κακό, ρε με το εσείς, ρε με το ρε, ρε με τη φοβέρα, τίποτα η κυρά-Καλλιόπη που είχε σώσει το κοπάδι της από τα γαμψά νύχια του δικτάτορα Μεταξά. Ήταν ανένδοτη. Τα γίδια θα μείνουν στ΄Ανάπλι, ότι και αν ήθελε ο κυρ τουριστικός αστυνόμος».

kyra kalliopi
Η ΚΥΡΑ-ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΜΕ ΤΑ ΓΙΔΙΑ ΤΗΣ. ΔΕΚΑΕΤΙΑ 1960 Γιώργος Καρατάσος, Παλαιές φωτογραφίες του Ναυπλίου

Συνεχίζοντας την καθημερινή τους βόλτα στον κεντρικώτερο δρόμο του Ναυπλίου, ακολουθώντας δεμένα με τριχιά το ένα πίσω από το άλλο, την «Μαννούλα Καλλιόπη», το πατρικό της όνομα Καλιόπη Ζιώτου, το πατρικό της σπίτι κάτω από την πύλη του Ιτς – Καλέ στα βραχατέϊκα. Το παρατσούκλι της «Τσακήρω» (ομορφούλα) λόγω των τσακίρικων ματιών της άλλοι την φώναζαν «Λουπέφκο» άγνωστο γιατί. Άνθρωπο δεν είχε πειράξει, ηταν δεμένη με τις κατσικούλες της, τα παιδιά της όπως τα φώναζε. Το γάλα που μάζευε δεν το πούλαγε ούτε το έφτιαχνε τυρί, αλλά το έδινε για να το πιούν στις γίδες τα «παιδιά» της. Και τα ίδια τα ζωντανά καταλάβαιναν την αγάπη της. Σε όλους μιλούσε με ευγένεια και τα σχετικά κοπλιμέντα, μιλούσε δε σε άπταιστη καθαρεύουσα. Μόνο που οι κατσικούλες της, κατουρώντας άφηναν τις κοπριές τους και τις σχετικές «ευωδιές» τους στον χωμάτινο τότε μεγάλο δρόμο της πόλεως. Τον δρόμο της βόλτας, του περπατήματος, των εκδηλώσεων και του «κορταρίσματος».

Όμως με τον κύριο Αστυνόμο που είχε βαλθεί να έχει η πόλη μας μία άψογη εμφάνιση απαλλαγμένη από σκουπίδια και άσχημες μυρωδιές δεν τα έβγαζες εύκολα καλά. Πηγαίνει λοιπόν μια μέρα ο αστυνόμος, αγοράζει νέφτι μαλαστούπες, βρίσκει μερικά «χαμίνια», αποστολή τους να πασαλείψουν τα οπίσθια των κατσικιών. Μπουχός το κοπάδι με το που αισθάνθηκαν τα πισινά τους να καίνε . Τρέξιμο και όπου φύγει – φύγει. Και από πίσω η κυρά Καλλιόπη, που προσπαθούσε να το ξαναμαζέψει, πιστεύοντας ότι κάποιο κακό μάτι ή κάποιος δαίμονας τα είχε ξεσηκώσει. Κατέφυγαν τρομαγμένα και με τα κωλομέρια τους να βγάζουν φωτιές σε μια σπηλιά δίπλα στην εκκλησία του Άϊ – Γιάννη, εκεί κατάφερε σιγά σιγά να τα συνεφέρει και να τα ημερέψει. Όλες οι κατσίκες της ήσαν επώνυμες. Σε όλες είχε ονόματα. Όλες ανταπέδιδαν στο κάλεσμα με το όνομά τους. Η γκριζούλα, η ασπρούλα, η Βασίλισσα Φρειδερίκη, η τσαχπίνα, η ρούσσα, η λιόπρα, η κόρμπα, η λιάρα, η μπιρμπίλω, η Μαριωρή, κ.α. Σαν ξάπλωνε να ξαποστάσει τα κρύα βράδια του χειμώνα, μαζευόντουσαν ολόγυρά της και την ζέσταιναν με τα χνώτα τους και την ζεστασιά του κορμιού τους. Εάν έμπαινε κάποιος άγνωστος με κακές διαθέσεις, σηκωνόντουσαν στα πίσω πόδια τους έτοιμα να επιτεθούν στον εισβολέα και να προστατέψουν την μανούλα τους. Όμως αυτό που της έκανε ο Κώστας Κομιανός ποτέ δεν του το συγχώρεσε η συμπαθής κυρία-γιδοβοσκός. Για την κυρά Καλλιόπη όλο τ΄Ανάπλι, παλαιοναυπλιώτες, βραχατεϊκίτες, προνοιώτες και συνοικισμιώτες ήσαν αρχοντόπουλα και βασιλοπούλες εκτός από τον τουριστικό αστυνόμο, που ήταν ο «Κιτρινιάρης» και «χλεμπονιάρης» κυρ αστυνόμος (Ο κακός δαίμονας και ανελέητος διώκτης των «παιδιών » της. Μέσα στα καθήκοντά του ήταν και η ευπρεπής εικόνα. η τήρηση της καθαριότητος, είχε επιβάλει σε όσους μετέφεραν εμπορεύματα με υποζύγια, (μουλάρια, γαϊδούρια, φοράδες, άλογα, κ.λ.π.), να τοποθετούν στα οπίσθιά τους σακούλες για να μαζεύουν τις κοπριές, καθώς και σκούπες με φαράσια για τυχών κοπριές που έπεφταν στους δρόμους. Τα κοπάδια αιγοπροβάτων και των αγελάδων που τα πήγαιναν για σφαγή στα κεντρικά σφαγεία, έπρεπε να συνοδεύονται με ανάλογο αριθμό ατόμων για να μαζεύουν τις καβαλίνες και τις κοπριές τους (κακαράτζες). Όλοι ακολουθούσαν πιστά τις εντολές του Τουριστικού Αστυνόμου όπως τον ονόμαζαν… Βρε τι είναι ο καινούργιος διοικητής !!! Μέχρι και σακούλες για τις γκαβαλίνες φόρεσε στα κολομέρια των ζωντανών μας, Τι άλλο θα δούμε…

Ένα άλλο μέτρο που πήρε o Διοικητής Τουρισμού ήταν η ολοσχερής αφαίρεση και η καταστροφή του πλήθους των κατασκευασμένων από τάβλες και τσίγκους ακαλαίσθητων παραγκών γύρω από την πλατεία του Δικαστικού μεγάρου, του μεγάλου δρόμου, του δρόμου της Αμαλίας και της παραλίας. Τα γκαρσόνια να σερβίρουν με ποδιές και σε καθαρά τραπεζάκια. Όλες οι σαπισμένες βάρκες που δεν μπορούσαν να επιδιορθωθούν στην περιοχή γύρω από το λιμάνι, να καούν. Οι κακότεχνα τοποθετημένα ταμπέλες, να ξηλωθούν και να τοποθετηθούν νέες επάνω στον τοίχο των καταστημάτων. Μέχρι ακόμη και στο πρώτο και παλαιότερο ξενοδοχείο το «ΠΑΝΕΛΛΗΝΕΙΟ», έδωσε εντολή να αλλάξει η τεράστια πινακίδα και να τοποθετηθεί νέα μικρότερου μεγέθους στη σωστή θέση. Σε σημείο που οι Ναυπλιώτες μη βλέποντας την τεράστια πινακίδα, να αναρωτιόνται… «Τι έγινε το ξενοδοχείο της κυρά Μαριγώς Γαλιλαίου; Το έκλεισε και αυτό ο κυρ Αστυνόμος;» Ο νόμος και τα πρόστιμα αυστηρά, Όλοι οι πολίτες καταλάβαιναν οτιδήποτε γινόταν ήταν για το καλό και την μελλοντική ευημερία της πόλις. Ευγενέστατος με όλους τους πολίτες έγινε τελικά ο συμπαθής αστυνομικός, παρά την αυστηρότητά του σε θέματα υγιεινής και εμφάνισης της πόλης και των καταστημάτων. Συγχρόνως ανέλαβε την κατασκευή των δρόμων για τα τουριστικά «καραβάνια». Ο κόσμος των γύρω τουριστικών περιοχών βοηθούσε με δωρεάν προσωπική εργασία.

Δεξιά και αριστερά των δρόμων υπήρχαν έλη και πλήθος κουνουπιών, μοναδική λύση η δενδροφύτευση με ευκαλύπτους και συγχρόνως συνέβαλλαν στον καλλωπισμό του τοπίου. Είχε όμως και τα αντιδραστικά στοιχεία. χαρακτηριστικό συμβάν κατά την δενδροφύτευση του δρόμου προς αρχαίες Μυκήνες, με εντολή εισαγγελέως αναγκάστηκε να δέσει κάποιον άκρως αντιδραστικό σε δένδρο μέχρι το πέρας της εργασίας. Και εν συνεχεία επίδοση επιστολής ότι σε περίπτωση εκριζώσεως θα δικαζόταν αρμοδίως.

Ακόμη και στις μέρες μας υπάρχει μεγάλος αριθμός αυτών των δενδροστοιχιών, ιδίως στον δρόμο Ναυπλίου – Τυρίνθου – Αργους – Μυκηνών.

dromos nafpliou argous
Γιώργος Καρατάσος, Παλαιές φωτογραφίες του Ναυπλίου

Τις δύσκολες ημέρες της γερμανικής κατοχής τις πέρασε με ταλαιπωρίες και δυστυχία για να να βαστήξει στην ζωή την επταμελή οικογένειά του. Μετά το τέλος του πολέμου τοποθετήθηκε στον οίκο του αγρότου και μετά δύο χρόνια διορίσθηκε τστην Ούνρα μέχρι που καταργήθηκε και αυτή. Η τύχη του χαμογέλασε και διορίσθηκε στην εθνική τράπεζα της Ελλάδος. Όμως και εκεί άτυχος… με την συγχώνευση των δύο τραπεζών επί Μαρκεζίνη και επειδή δεν είχε προλάβει να συμπληρώσει τετραετεία, χάνει την θέση του. Ως ο μοναδικός γνώστης 4 γλωσσών αρχίζει να διδάσκει κυρίως την Αγγλική και Ιταλική γλώσσα και σε πολύ λίγους μαθητές την γλώσσα του σαλονιού τα Γαλλικά. Συγχρόνως εργάζεται και ως ξεναγός στα καραβάνια των ξένων που διψούσαν να γνωρίσουν την ιστορία της χώρας μας. Λάτρης της ιστορίας, της αρχαίας μυθολογίας και της Ιεράς παραδόσεως, δεν ήταν λίγες οι φορές που ξεναγώντας τα τουριστικά καραβάνια που επισκέπτονταν τις αρχαιότητες του τόπου μας τα Κυκλώπεια τείχη της Τυρίνθου, το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου και του Άργους, τον ναό του Ηραίου, τις Μυκήνες, το Ασκληπειίο, τα κάστρα του Ναυπλίου και τόσους άλλους αρχαιολογικούς θησαυρούς…