Οι Απόκριες στο χωριό Προφήτης Ηλίας
Μαράσλειος Παιδαγωγική Ακαδημία
1969
Παπασαράντος Βασίλειος
“Ο Προφήτης Ηλίας είναι ένας συνοικισμός της κοινότητος Αγίου Αδριανού, Αργολίδος . Απέχει 8 χιλιόμετρα από το Ναύπλιο, οι δε κάτοικοί του δεν υπερβαίνουν τους 130. Κατάγονται όλοι από το Ροϊνό Τριπόλεως. Λόγω του ορεινού της Αρκαδίας εγκαταστάθηκαν μονίμως εις την πεδινήν Αργολίδα και εδιμιουργήθη ούτω ο συνοικισμός του “Προφήτη Ηλία”.
Οι πληροφοριοδότες εγεννήθηκαν εις το Ροϊνό της Τριπόλεως και ως εκ τούτου τα αναφερόμενα έθιμα είναι και έθιμα συναντώμενα εις Αρκαδίαν.”
“Τις πρώτες Απόκριες μαγειρεύαμε τα μακαρόνια που τα φτιάχναμε μόνοι μας. Ρίχναμε μέσα στο προζύμι ένα – δύο ζευγάρια αυγά, το ζυμώναμε και μετά το βάζαμε στο τραπέζι και το κάναμε μακαρόνια.
Ντυνόμασταν μασκαράδες άλλοι με παληόσκουτα, και άλλοι με τσιπούνια, άλλοι με στολές, φουστανέλες, μερικοί μουντζουρώνονταν και βγαίναμε στην πλατεία. Εκεί βαρήγανε τα κλαρίνα, τα βιολιά και το νταούλι και χορεύαμε. Στη μέση της πλατείας ήτανε αναμμένη φωτιά. Ο καθ’ ένας πήγαινε ένα δεμάτι ξύλα ή εμείς τα μικρά πηγαίναμε και παίρναμε από τα σπίτια, όπου βρίσκαμε.
Την πρώτη εβδομάδα τηνε λέγαμε και Κρεατινή. Την Τσικνοπέμπτη σφάζαμε τα γουρούνια, τα κρεμάγαμε, τα κόβαμε φέτες, τα αλατίζαμε και τα βάζαμε στις στάμνες.
Το Ψυχοσάββατο πηγαίναμε στην εκκλησία με τα πρόσφορα και από εκεί στο μνήμα και ανάβαμε κεριά και λιβάνι.
Την τυρινή δεν τρώγαμε κρέας αλλά φτιάχναμε μακαρόνια και μπακαλιάρια. Ντυνόμασταν πάλι μασκαράδες όπως τις πρώτες απόκρηες. Την Κυριακή το βράδυ μαζευόμασταν όλοι σε ένα σπίτι, για να αποκρέψουμε, δυό – τρείς οικογένειες, μαζί συγγενείς, στο σπίτι του μεγαλύτερου αδελφού τις περισσότερες φορές. Κρεμάγαμε στο πάτερο μια μακρυά κλωστή και δέναμε ένα αυγό. Το αλείφαμε με γιαούρτι και λέγαμε ότι όποιος το πιάσει με το στόμα, θα το φάει. Ο ένας το κούναγε με το ξύλο και οι άλλοι προσπαθούσαν να το πιάσουν και γεμίζανε γιαούρτι.
Βάναμε σε ένα πιάτο αλεύρι και πηγαίναμε να το φυσήξουμε και ασπρίζαμε στα μούτρα για να γελάμε ο ένας με τον άλλον.Οι ανύπαντροι βάζανε στο κόρφο τους ένα μακαρόνι για να ιδούν στον ύπνο τους, ποιόν ή ποιάν θα πάρουν, γιατί το παιδί ή το κορίτσι θα πήγαινε για να φάνε το μακαρόνι μαζύ. Όταν σηκώναμε το τραπέζι κοιτάγαμε επάνω στο τραπέζι ή κάτω μήπως ιδούμε κανένα μυρμήγκι ή πεταλούδα ή φαλαγκάκι (μικρή αράχνη)γιατί θα ΄φερνε γούρι.
Την Καθαρά Δευτέρα τρώγαμε χταποδάκι, ελίτσες, κρεμμυδάκια, ραπανάκια, καλαμάρια, μαρουλάκια, χαλβά, ταραμά. Τα κορίτσια και τα παιδιά που ήθελαν να ιδούν την τύχη τους νήστευαν όλη την ημέρα και το βράδυ τρώγανε την αλμυροκουλούρα και μέχρι την ώρα που θα κοιμηθούν δεν έπιναν νερό για να ιδούνε στον ύπνο τους ποιός θα τους δώση νερό.
Την Κυριακή της Σταυροπροσκηνήσεως πηγαίναμε στην εκκλησία, γονατίζαμε και βάζαμε στα γόνατα μας ρήγανι που τη ρίχναμε στο σιτάρι για να μην πιάνη σκουλήκια.
Την πρώτη του Μάρτη βάναμε δαχτυλίδι ή βραχιόλι ή περνάγαμε στο λαιμό από δύο άσπρες άσπρες κλωστές και κόκκινες που τις στρίβαμε, για να μην μας κάψη ο ήλιος και να μην σκοντάβουν τα μικρά παιδιά. Ένας έβγαινε έξω από το σπίτι με το ταψί και μιά βεργούλα, το χτύπαγε και έλεγε “όξω ψύλοι, ποντικοί, μέσα Μάρτης και χαρά και καλή νοικοκυρά. Κοιτάζαμε τι καιρός κάνει τις τρεις πρώτες ημέρες και αν είναι καλός ο καιρός τις άλλες θα είναι κακός, ενώ αν είναι τις τρεις πρώτες κακός τις άλλες θα είναι καλός. Αν κάνη καλή μέρα την παρομοιάζουμε με καμμιά καλή γρηά που δεν μιλάει και αν είναι κακή ημέρα την παρομοιάζουμε με με καμμιά κακή γρηά από το χωριό που φωνάζει, βρίζει, μαλώνει κλπ.