Τούρκοι αιχμάλωτοι του Α’ Βαλκανικού πολέμου
στην Τρίπολη, το Ναύπλιο και το Άργος
(1912 – 1913)
***Περίληψη από την έρευνα που πραγματοποίησε ο Γεώργιος Ι. Ζαχαρόπουλος, το 2014, με τον τίτλο “Τούρκοι αιχμάλωτοι του Α΄ Βαλκανικού πολέμου στη Τρίπολη”.
Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φ.5740, 12-10-1912
Από το Νοέμβριο του 1912 και έως το Νοέμβριο του 1913 η Πελοπόννησος φιλοξένησε σε διάφορες εγκαταστάσεις, στρατόπεδα συγκεντρώσεως και κράτησης, Οθωμανούς αιχμαλώτους.
Η γρήγορη προέλαση του Ελληνικού Στρατού, οι μεγάλες νίκες του στο Σαραντάπορο, την Ελασσόνα, τα Γιαννιτσά και η κατάληψη της Πρέβεζας είχαν ως αποτέλεσμα τη σύλληψη αρκετών εκατοντάδων Τούρκων στρατιωτών ως αιχμαλώτων. Σημαντικός επίσης αριθμός Τούρκων στρατιωτών συνελήφθη αιχμάλωτος κατά τις επιχειρήσεις απελευθέρωσης των νησιών του Αιγαίου που διεξήγαγε ο Ελληνικός Στόλος.
Οι αιχμάλωτοι Τούρκοι που συνελήφθησαν στην Ελασσόνα, τον Σαραντάπορο και σε άλλες τοποθεσίες επιβιβάστηκαν σε τραίνα και μεταφέρθηκαν αρχικά στην Αθήνα και κατόπιν στο Ναύπλιο όπου κρατήθηκαν στο Μπούρτζι και την Ακροναυπλία.
Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φ.5740, 12-10-1912, σ.2
Το καταλυτικό όμως γεγονός το οποίο προσέφερε πλήθος αιχμαλώτων στον Ελληνικό Στρατό ήταν η άνευ όρων και χωρίς αντίσταση παράδοση της Θεσσαλονίκης στις 26/27 Οκτωβρίου 1912 από τον Χασάν Ταξίν πασά. Αυτή η ενέργεια είχε ως αποτέλεσμα την άμεση σύλληψη 25.000 ανδρών και 1000 αξιωματικών του Τουρκικού Στρατού ως αιχμαλώτων.
Για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα επισιτισμού τα οποία είχαν οξυνθεί λόγω της μετακίνησης στη Θεσσαλονίκη πολλών Τούρκων προσφύγων αλλά και για να αποφευχθούν δυσάρεστες καταστάσεις οι οποίες με την υπόθαλψη των Βουλγάρων που βρίσκονταν στη Θεσσαλονίκη θα μπορούσαν να εκθέσουν την Ελληνική Διοίκηση, αποφασίστηκε η συγκέντρωση των Τούρκων αιχμαλώτων και η αποστολή τους στην «παλαιά» Ελλάδα παρά τις διαμαρτυρίες του Τούρκου αρχιστράτηγου Χασάν Ταξίν Πασά.[1]
Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα οι αιχμάλωτοι Τούρκοι στρατιώτες της Θεσσαλονίκης συγκεντρώθηκαν, και ήδη από τις 31 Οκτωβρίου 1912 άρχισαν να μεταφέρονται και να διαμοιράζονται σε διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης αιχμαλώτων που είχαν δημιουργηθεί σε διάφορα μικρότερα ή μεγαλύτερα αστικά κέντρα της Νοτίου Ελλάδας.
Ο Ελληνικός Στρατός στις 20 Φεβρουαρίου ανάγκασε τον εμπειροπόλεμο Εσάτ πασά στο να παραδώσει την πόλη των Ιωαννίνων στις 21 Φεβρουαρίου 1913 με άμεσο αποτέλεσμα τη σύλληψη άλλων 30.000 ανδρών του Τουρκικού Στρατού ως αιχμαλώτων. Λίγες μόλις μέρες μετά την κατάληψη των Ιωαννίνων οι αιχμάλωτοι Τούρκοι στρατιώτες είχαν απομακρυνθεί από εκεί και είχαν μεταφερθεί και αυτοί στη Νότια Ελλάδα στα ίδια στρατόπεδα όπου ήδη βρίσκονταν οι αιχμάλωτοι Τούρκοι στρατιώτες από την Θεσσαλονίκη. Η μεταφορά και αυτών των αιχμαλώτων έγινε με πλοία. Ήδη στις 23 Φεβρουαρίου 1913 τα ατμόπλοια «Αγγελική» και «Ουράνα» αποβίβαζαν στον Πειραιά αιχμαλώτους Τούρκους αξιωματικούς της φρουράς των Ιωαννίνων.[1] Από τις 23 Φεβρουαρίου επίσης άρχισε η μεταφορά των αιχμαλώτων Τούρκων στρατιωτών στη Πρέβεζα με αυτοκίνητα και από εκεί με ατμόπλοια μεταφέρθηκαν σε διάφορους προορισμούς.
Στρατόπεδα κράτησης των Τούρκων αιχμαλώτων δημιουργήθηκαν στο Αγρίνιο, το Αίγιο, την Αιδηψό, την Αμαλιάδα, το Αργος, τον Βόλο, τους Γαργαλιάνους, την Ζάκυνθο, την Ιθάκη, την Καλαμάτα, την Καρδίτσα, την Κέρκυρα όπου μεταφέρθηκαν και Τούρκοι αιχμάλωτοι που συνελήφθησαν από τον στρατό του Μαυροβουνίου, την Κεφαλλονιά, την Κόρινθο, την Κυπαρισσία, την Λαμία, την Λευκάδα, το Λουτράκι, την Μακρόνησο, το Μεσολόγγι, την Μονεμβασιά, τη Ναύπακτο, το Ναύπλιο, την Πάτρα, τον Πόρο, την Πύλο, τον Πύργο, την Στυλίδα, το Τρίκερι, την Τρίπολη και την Χαλκίδα. Ως χώρους κράτησης μπορούμε ακόμα να συνυπολογίσουμε το ξενοδοχείο «Ακταίον» στο Παλαιό Φάληρο όπου κρατήθηκαν οι ανώτεροι αξιωματικοί του Τουρκικού στρατού καθώς και τα ξενοδοχεία της Κηφισιάς στα οποία ένας αριθμός Τούρκων αξιωματικών μεταφέρθηκε αργότερα.
Ο μεγάλος όγκος των αιχμαλώτων σε σχέση με την πίεση του χρόνου για την άμεση απομάκρυνσή τους επέβαλε την μετακίνησή τους δια θαλάσσης καθώς αυτός ο τρόπος μεταφοράς ήταν ο πιο γρήγορος και ο πιο οικονομικός. Ταυτόχρονα δεν απασχολούσε μεγάλες δυνάμεις για την επιτήρηση και την φύλαξη των αιχμαλώτων καθώς για κάθε τάγμα αιχμαλώτων που μεταφερόταν υπολογιζόταν φρουρά μιας διμοιρίας.
Τις μεταφορές των αιχμαλώτων, όπως βέβαια και των στρατιωτικών μονάδων τόσο της Ελλάδος όσο και των στρατιωτικών μονάδων των συμμάχων Σέρβων, Μαυροβουνίων και Βουλγάρων έκαναν τα επιταγμένα ατμόπλοια των διαφόρων ελληνικών εφοπλιστικών οίκων. Ειδικά για τις μεταφορές των Τούρκων αιχμαλώτων και από πληροφορίες που αντλούμε από τον Τύπο της εποχής επισημαίνουμε τα ατμόπλοια: «Αγγελική», «Άγιος Ιωάννης», «Αθηνά», «Αλεξάνδρα», «Αλεξάνδρεια» «Αμαλία» «Αναστ. Κορωναίος», «Αντιγόνη», «Αριστείδης», «Άσσος», «Γεωργ. Κούτσης», «Δελφίνι», «Ελένη», «Ελπίς», «Θεμιστοκλής», «Θεσσαλονίκη», «Θράκη», «Ισμήνη», «Καλυδώνα», «Καρυστενάκης», «Κατίνα», «Κύπρος», «Κωνσταντίνος», «Ληξούριον», «Μαργαρίτα», «Μαρίκα», «Νείλος», «Νίνα», «Ουρανία», «Πηνειός», «Πριγκίπισσα Σοφία», «Σέσωστρις», «Σπέτσαι», «Στενήμαχος» και «Τάσσο».
Το λιμάνι του Πειραιά λειτούργησε ως ένας από τους κύριους χώρους αποβίβασης των Τούρκων αιχμαλώτων, της διαλογής τους και της αποστολής τους σε τόπους όπου δεν ήταν δυνατόν να προσεγγιστούν από ατμόπλοια. Φαίνεται όμως ότι ένας μεγάλος αριθμός αιχμαλώτων κρατήθηκε στον Πειραιά.
Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φ.5747, 19-10-1912
Η ευκολία της μεταφοράς ενδεχομένως να συνετέλεσε στον τόπο επιλογής των τόπων κράτησης των αιχμαλώτων οι οποίοι στην πλειοψηφία τους ήταν παραθαλάσσιοι. Επτά στρατόπεδα, αυτά της Ζακύνθου, Ιθάκης, Κέρκυρας, Κεφαλλονιάς, Λευκάδας, Μακρονήσου και Πόρου βρίσκονταν σε νησιά. Δεκαέξι στρατόπεδα αυτά του Αιγίου, της Αιδηψού, του Βόλου, της Καλαμάτας, της Κορίνθου, της Κυπαρισσίας, του Λουτρακίου, του Μεσολογγίου, της Μονεμβασιάς, της Ναυπάκτου, του Ναυπλίου, της Πάτρας, της Πύλου, της Στυλίδας, του Τρικερίου και της Χαλκίδας ήταν σε παραθαλάσσιες πόλεις ή τοποθεσίες. Πέντε στρατόπεδα αυτά της Αμαλιάδας, του Άργους, των Γαργαλιάνων, της Λαμίας και του Πύργου βρίσκονταν στο εσωτερικό της χώρας είχαν όμως σχετικά εύκολη πρόσβαση σε λιμάνια. Μόνο τα στρατόπεδα του Αγρινίου, της Καρδίτσας, και της Τρίπολης μπορούν να χαρακτηριστούν ως ηπειρωτικά. Παράλληλα, για την νοσηλεία των αιχμαλώτων αναπτύχθηκαν 33 θεραπευτήρια ανάμεσα στα οποία καταγράφονται το Νοσοκομείο Ναυπλίου και τα Θεραπευτήρια Αιγίου, Αιδηψού, Αλμυρού, Άργους, Αστακού, Βόλου, Ζακύνθου, Καλαμών, Λευκάδος, Μακρονήσου, Μονεμβασίας, Μεσολογγίου, Ναυπάκτου, Πατρών, Πόρου, Πύλου, Πύργου, Στυλίδος, Τρικκερίου και Τριπόλεως.
Η μετακίνηση των Τούρκων αιχμαλώτων στρατιωτών της Θεσσαλονίκης άρχισε στις 31 Οκτωβρίου. Στις 9 Νοεμβρίου έφτασαν στο λιμάνι του Πειραιά τα ατμόπλοια «Αριστείδης», «Νείλος», «Καλυψώ» και «Αναστ. Κορωναίος» μεταφέροντας τέσσερις χιλιάδες αιχμαλώτους οι οποίοι επρόκειτο να μεταφερθούν στη Τρίπολη, τον Πόρο, τον Βόλο και την Πάτρα.
Οι αιχμάλωτοι που επρόκειτο να έρθουν στη Τρίπολη αποβιβάστηκαν από τα πλοία και κατόπιν επιβιβάστηκαν σε σιδηροδρομικό συρμό ο οποίος τους έφερε στη Τρίπολη πιθανότατα στις 10 Νοεμβρίου 1912. Το νέο διαδόθηκε στην πόλη και όλοι οι κάτοικοι, παρόλο που είχε νυχτώσει και ήταν βροχερός ο καιρός, πήγαν στο σιδηροδρομικό σταθμό για να δουν τους αιχμαλώτους. Η Αστυνομία φοβούμενη τυχόν επεισόδια είχε λάβει αυστηρά μέτρα τάξεως τα οποία όμως αποδείχθηκαν περιττά καθώς εις βάρος των αιχμαλώτων δεν εκδηλώθηκε καμμία αποδοκιμασία.
Στις 13 Νοεμβρίου 1912 έφτασαν στην Τρίπολη 100 αξιωματικοί της φρουράς Θεσσαλονίκης.
Γύρω στις 26 ή τις 27 Νοεμβρίου 1912 ένα δεύτερο μεγάλο κύμα Τούρκων αιχμαλώτων ήρθε στην Τρίπολη αναβιβάζοντας τον συνολικό αριθμό των Τούρκων αιχμαλώτων στην Τρίπολη στις 3100 άτομα.
Στις 26 Φεβρουαρίου πέντε ατμόπλοια παρέλαβαν από την Πρέβεζα 5.700 αιχμαλώτους στρατιώτες της φρουράς των Ιωαννίνων. Οι αιχμάλωτοι αποβιβάστηκαν στην Πάτρα και από εκεί 1400 από αυτούς επιβιβάστηκαν σε τραίνο και μέσω Κορίνθου έφτασαν στην Τρίπολη στις 27 ή 28 Φεβρουαρίου 1913.
το αργότερο μέχρι τις 1 Μαρτίου είχαν εγκατασταθεί στην Τρίπολη αιχμάλωτοι από τα Ιωάννινα. Κατόπιν αυτών των δεδομένων ο αριθμός των Τούρκων αιχμαλώτων που συνολικά κρατήθηκαν στην Τρίπολη ανέρχεται στις 4500 άτομα αναδεικνύοντας την Τρίπολη ως ένα από τα μεγαλύτερα στρατόπεδα συγκέντρωσης αιχμαλώτων της Ελλάδος και πιθανότατα το μεγαλύτερο της Πελοποννήσου.
Ως κύριος χώρος κράτησης των Τούρκων αιχμαλώτων τόσο της Θεσσαλονίκης όσο και των Ιωαννίνων χρησιμοποιήθηκε ο χώρος και οι εγκαταστάσεις του στρατοπέδου του 11ου Συντάγματος Πεζικού.
Ως δευτερεύων χώρος κράτησης αποκλειστικά για αιχμαλώτους από την Θεσσαλονίκη χρησιμοποιήθηκε το κτήριο του Διδασκαλείου Πελοποννήσου το οποίο βρισκόταν σε κοντινή απόσταση από το στρατόπεδο του 11ου Συντάγματος.
Καθώς τα κτήρια του στρατοπέδου του 11ου Συντάγματος δεν φαίνεται να επαρκούσαν για την στέγαση τόσο των αιχμαλώτων όσο και της φρουράς που ήταν υπεύθυνη για την φύλαξή τους, είναι πολύ πιθανόν στον περίβολο του 11ου Συντάγματος να στήθηκαν αντίσκηνα στα οποία τελικά διέμειναν οι αιχμάλωτοι ή ένας σημαντικός αριθμός αιχμαλώτων τουλάχιστον. Η διαβίωση των αιχμαλώτων σε αντίσκηνα στις υπώρειες μάλιστα του Μαινάλου σε συνδυασμό με τον σκληρό χειμώνα του 1912-1913 ίσως συνετέλεσε στο μεγάλο αριθμό θανάτων των αιχμαλώτων από πνευμονία και συναφείς αρρώστιες.
Οι συνθήκες υγιεινής είναι ένας άλλος σημαντικός παράγοντας που καθορίζει την ποιότητα της κράτησης των αιχμαλώτων. Βασικός παράγοντας για την τήρηση υψηλού επιπέδου υγιεινής είναι η ύπαρξη καλών δικτύων ύδρευσης που επιτρέπουν τη χρήση άφθονου και καθαρού νερού και η ύπαρξη δικτύων αποχέτευσης. Στη Τρίπολη των Βαλκανικών Πολέμων όμως, η λειψυδρία ήταν μόνιμο πρόβλημα, δεν υπήρχε εκτεταμένο δίκτυο ύδρευσης και ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού υδρευόταν από δημόσιες κρήνες. Δίκτυο αποχέτευσης δεν υπήρχε επίσης, καθώς αυτό άρχισε να δημιουργείται δεκαπέντε χρόνια αργότερα.
Η φυσική κατάσταση και η γενική εικόνα της υγείας που παρουσίαζαν οι αιχμάλωτοι την στιγμή που συνελήφθησαν είναι ένας παράγοντας που μπορεί να αποδειχθεί καθοριστικός για τον αιχμάλωτο ο οποίος έχει να αντιμετωπίσει τις κακουχίες της αιχμαλωσίας.
Οι μονάδες των Τούρκων που παραδόθηκαν στη Θεσσαλονίκη ήταν σαφώς σε καλύτερη κατάσταση από πλευράς υγείας καθώς οι μόλις 20 ημέρες πολέμου δεν ήταν αρκετές για να ταλαιπωρήσουν, εξαντλήσουν και τελικά προκαλέσουν μεγάλη φθορά σε αυτές. Εξαίρεση από τα παραπάνω πιθανόν να αποτελούν οι μονάδες που είχαν εμπλακεί σε μάχες κατά του Ελληνικού στρατού στο Σαραντάπορο, τα Γιαννιτσά ή οπουδήποτε αλλού.
Αντίθετη είναι η εικόνα για την κατάσταση του στρατού των Ιωαννίνων κατά την στιγμή της παράδοσής του. Ο στρατός αυτός, από την αρχή σχεδόν του πολέμου είχε υποστεί μια τετράμηνη πολιορκία μέσα στις σκληρές καιρικές συνθήκες του χειμώνα της Ηπείρου.
Παρά τις ενισχύσεις από τις τουρκικές μονάδες που βρίσκονταν στη περιοχή του Μοναστηρίου, όπως η 21η Μεραρχία, είχε μείνει χωρίς ανεφοδιασμό για μεγάλο χρονικό διάστημα και είχε ήδη αρχίσει να αντιμετωπίζει ελλείψεις σε τρόφιμα. Ταυτόχρονα είχαν κάνει την εμφάνισή τους διάφορες ασθένειες οι οποίες μεγάλωναν τις απώλειές του.
Από αυτό το σύνολο των 4500 Τούρκων αιχμαλώτων ένας σημαντικός αριθμός, ο οποίος τελικά έφτασε τον αριθμό των 1550, απεβίωσε στην Τρίπολη. Από τις 22 Νοεμβρίου 1911 μέχρι τις 19 Μαρτίου 1913.
Οι κύριες αιτίες θανάτου των Τούρκων αιχμαλώτων, όπως αυτές καταγράφονται στα ληξιαρχικά βιβλία είναι έξι: η δυσεντερία, η πνευμονία, η εξάντληση, η γρίπη, ο τύφος και ο τυφοειδής πυρετός. Το 88,8% των θανάτων των αιχμαλώτων του στρατού της Θεσσαλονίκης και το 96,78% των θανάτων των αιχμαλώτων του στρατού των Ιωαννίνων πεθαίνει από αυτές τις αιτίες.
Υπάρχει επίσης μια σειρά από άλλες αιτίες θανάτου όπως η διάρροια, η καχεξία, η γάγγραινα, η βρογχίτις, η βρογχοπνευμονία, οι ρευματισμοί, οι υπόστροφοι πυρετοί, οι ελώδεις πυρετοί, και η φυματίωση από τις οποίες πεθαίνει ένας μικρός σχετικά αριθμός αιχμαλώτων. Θεωρούνται ασθένειες οι οποίες σχετίζονται άμεσα με κακές συνθήκες στρατωνισμού, ύδρευσης και διατροφής. Είναι δε χαρακτηριστικό το γεγονός ότι από τις ίδιες ακριβώς ασθένειες υποφέρει και ο Ελληνικός στρατός αλλά και οι συμμαχικοί στρατοί.
Το άρθρο 8 της Συνθήκης Ειρήνης που υπογράφηκε μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας στην Αθήνα στις 1/14 Νοεμβρίου 1913 προέβλεπε ότι: «Οι αιχμάλωτοι πολέμου και πάντα τα άλλα πρόσωπα τα συλληφθέντα συνεπεία στρατιωτικών μέτρων ή ένεκα δημοσίας τάξεως ανταλλαγήσονται εντός μηνός από της υπογραφής της παρούσης Συνθήκης ή και τάχιον, αν τούτο η δυνατόν. Η ανταλλαγή αύτη γενήσεται τη φροντίδι ειδικών Επιτρόπων διοριζομένων εκατέρωθεν…..».
Με την έρυνα του Γεωργίου Ι. Ζαχαρόπουλου γνωρίζουμε πολλές λεπτομέρειες για την κράτηση των Τούρκων αιχμαλώτων στην Τρίπολη.
- Γνωρίζουμε που αιχμαλωτίστηκαν
- Πως έγινε η μεταφορά τους
- Σε ποιές πόλεις της “παλιάς” Ελλάδας και σε ποιά σημεία τους, κρατήθηκαν
- Τί προβλήματα υγείας αντιμετώπισαν
- Πόσοι πέθαναν και για ποιό λόγο
- Ποιοί ήταν οι θρησκευτικοί λειτουργοί τους αλλά και οι διερνημείς
- Στατιστικά στοιχεία, ηλικίας, τόπου καταγωγής και στρατιωτικού βαθμού
Δεν έχουμε, όμως, καμμιά πληροφορία για του Τούρκους αιχμαλώτους που έφθασαν στο Ναύπλιο, εκτός του ότι κρατήθηκαν στην Ακροναυπλία και το Μπούρτζι.
Καμμιά πληροφορία για τον αριθμό τους τον τόπο κράτησης στο Άργος, αλλά και την τυχόν νοσηλεία τους στα θεραπευτήρια του Ναυπλίου και του Άργους.
Τέλος διαβάζοντας τα “Ματωμένα Χώματα” της Διδώ Σωτηρίου γνωρίζουμε πως οι Τούρκοι χρησιμοποιούσαν τους Έλληνες αιχμαλώτους και στις αγροτικές εργασίες. Εδώ χρησιμοποιήθηκαν οι Τούρκοι αιχμάλωτοι σε αγροτικές ή άλλες εργασίες;