Πρόχειρες εντυπώσεις ενός ταξειδιού
“ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΠΑΤΡΩΝ”, 23/10/1934
Μετά τήν πρό ολίγων ετών κατεδάφισι των τειχών του βενετσιάνικου προμαχώνα, πού έξετείνετο μέχρι της παραλίας, ή πόλις άνεκουφίσθη. Άσφυκτιούσε πριν καί δέν είχε μιά πιθαμή τόπο γιά νά έπεχταθή καί νά οίκοδομήση. Άπό τό άπάνου μέρος τά φρούρια Παλαμηδιού καί Άκροναυπλίας, από τό κάτου ο προμαχώνας καί η θάλασσα, άποτελούσαν έναν κλοιό πού έσφιγγε άποπνιχτικά τήν πόλι και της άνέκοπτε κάθε διάθεσι πρός έπέκτασι καί ξανάσασμα. Εκτός δέ άπό τό άγαθό αυτό, τό Ναύπλιο άπεκόμισε καί μιά μεγάλη υγιεινή ώφέλεια άπό τήν κατεδάφισι, γιατί στά παληά αύτά τείχη έλίμναζαν νερά καί εσχηματίζοντο έλειογενείς έστίες, πού ήταν μιά φοβερή μάστιγα γιά τούς κατοίκους. Επίσης ωφέλεια προέκυψε καί στήν εκτέλεσι τών λιμενικών έργων, τά οποία τελείωσαν συντομώτερα άπό κάθε υπολογισμό, γιατί βρέθηκαν άφθονα τά υλικά χάμου στήν παραλία σάν έγινεν η κατεδάφισις του περίφημου προμαχώνα.
Με τά έργα δέ αυτά ο λιμήν του Ναυπλίου έμεγάλωσε καί εβάθυνε καί έγινε ικανός γιά νά έξυπηρετήση τις ανάγκες της έξαγωγικής κινήσεως της μεγάλης και παραγωγικώτατης Άργολικής περιφερείας.
Ή εξαφάνισις λοιπόν του προμαχώνα, έδωκε τήν ευχέρεια νά πάρη ή πόλις κάποια διαφορετική μορφή, άνάλογη πρός τή θέση καί τήν Ιστορία της.
Κι’ άπό άπόψεως κοσμικής κινήσεως καί κοινωνικής γενικά άναπτύξεως η Άργολική πρωτεύουσα δέν υστερεί. Διακρίνονται καθαρά η εξέλιξις, η νεωτεριστική άντίληψις καί τό εκπολιτιστικό πνεύμα. Δέν χρειάζεται συνεπώς νά μείνη κανείς πολύν καιρό γιά νά τα διαπιστώση. Τά καλύτερα κοσμικά κέντρα, γιά τό καλοκαίρι μιλούμε, είναι στόν παραλιακό δρόμο. Τό πρώτο βράδυ πού βρεθήκαμε στο Ναύπλιο συνέπεσε νά παίζη η μουσική μπάντα της πόλεως μπροστά στά κέντρα αύτά, όπου η συρροή κόσμου ήταν τέτοια πού ομολογώ πώς δέν περίμενα άπό τή στενή καί κοντή έκείνη πόλι νά διαθέτη χιλιάδες ολόκληρες φιλομούσων! Όταν δέν παίζη η μουσική, η κίνησις είνε καί τότε ζωηρά, άλλά σέ πολύ μικρότερη άναλογία καί περιορίζεται σέ κουραστικές βόλτες κατά μήκος της παραλίας, καλή ώρα σάν έμάς μέ τόν μώλο, καί στο νέο λιμενοβραχίονα.
Στή ζωηρότητα της κινήσεως των νυκτερινών ωρών συντελεί πολύ καί ό καλός ήλεκτροφωτισμός τής πόλεως, ο οποίος όμως διακόπτεται στή μία μετά τα μεσάνυχτα. Άλλά δέν χρειάζεται καί περισσότερο, γιατί το μεσονύχτιο σταματά τελείως κάθε κίνησις καί έπομένως καμμία άνάγκη σοβαρά δέν έπιβάλλει, έκτός βέβαια άπό τους λόγους άσφαλείας, τήν παράτασι επί πλέον του φωτισμού.
Καί έπειδή έτυχε νάρθη ο λόγος στά κοσμικά κέντρα, σημειώνουμε πώς άξιο μνείας τέτοιο γιά τή θερινή περίοδο είνε μόνον ένα πίσω άπό τό Παλαμήδι καί τήν ’Ακροναυπλία στή θέσι Αρβανιτιά. Λίγα μέτρα κάτου άπό αυτό άπλώνεται η θάλασσα. Η άκτή κατά το πλείστον βραχώδης. Μόνον σέ 2—3 σημεία μπορεί κανείς νά προσέγγισή. Καί σ’ αυτά κατορθώνουν μερικοί καί μερικές νά πάρουν τό λουτρό τους, μικτό κι’ έδώ, έννοείται. Λέμε “κατορθώνουν” γιατί δέν είνε μόνον ή άποτομιά καί οι βράχοι, άλλά καί το βάθος των νερών πού κάνουν δύσκολη τήν απόπειρα γιά μπανιάρισμα έδώ.
Πάντως γιά τούς μικρούς καί γιά τους άδαείς στήν κολύμβησι, το μέρος αυτό είνε έπικίνδυνο. Γι’ αυτόν τον λόγο γίνεται έξόρμησις στο όλίγον άπέχον του Ναυπλίου μικρό χωριό Τολό, του οποίου ή άκτή είνε όλο άμμουδιά καί η διαμονή σ’ αύτό μαγευτική πράγματι τό καλοκαίρι. Απέναντι άπό τό Τολό φαίνονται μερικά μικρονησάκια που μοιάζουν ανάμεσα στο πέλαγος σαν ωμορφοστολισμένες νυφούλες.