6 Φεβρουαρίου 1825,
σύλληψη στο Ναύπλιο και φυλάκιση του Κολοκοτρώνη στην Ύδρα
Β΄ εμφύλιος
Βρισκόμαστε στα τέλη του 1824, όπου οι διαμάχες πολιτικών και στρατιωτικών, που ξέσπασαν από το πρώτο χρόνο της επανάστασης, έχουν οξυνθεί αρκετά και οδηγούμαστε στον δεύτερο εμφύλιο. ( Οκτώβριος 1824 – Μάϊος 1825).
Portrait of a Greek insurgent Theodore Kolokotroni (1836), Karl Bryullov
Οι «Αντικυβερνητικοί» κατηγορούν τους «Κυβερνητικούς» ότι θέλουν να παραδώσουν την Ελλάδα στους Άγγλους, ενώ οι «Κυβερνητικοί» φοβούνται τις δικτατορικές τάσεις των στρατιωτικών.
Οι «Κυβερνητικοί» είχαν με το μέρος τους τους νησιώτες εφοπλιστές και κεφαλαιούχους, τους περισσότερους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς, το μεγαλύτερο μέρος των Πελοποννησίων γαιοκτημόνων, τους Έλληνες του εξωτερικού και τους περισσότερους φιλέλληνες. Το κυριότερο ήταν ότι είχαν στα χέρια τους την διαχείριση του πρώτου δανείου της ανεξαρτησίας.
Όμως αυτή η διαχείριση έφερε και αλλαγές στις συμμαχίες.
Οι νησιώτες ( Υδραίοι και Σπετσιώτες) τα βρήκαν με τους Ρουμελιώτες και παραμέρισαν τους Πελοποννήσιους προκρίτους που αποχώρησαν από την κυβέρνηση τον Ιούλιο του 1824. Οι δύο ομάδες συγκρούστηκαν σκληρά για τον έλεγχο της πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας.
Γεώργιος Κουντουριώτης – Πρόεδρος Εκτελεστικού (Krazeisen Karl)
Αφορμή για την έναρξη του β’ εμφυλίου ήταν η άρνηση των κατοίκων της Τριφυλλίας να πληρώσουν φόρους στην κυβέρνηση Κουντουριώτη. Η κυβέρνηση, για να επιβληθεί, έστειλε στρατεύματα με αρχηγό τον Παπαφλέσσα, αλλά νικήθηκαν. Έτσι οι συγκρούσεις γενικεύονται. Τα ρουµελιώτικα στρατεύµατα εισβάλλουν στη βόρεια Πελοπόννησο. Οι συγκρούσεις είναι ανελέητες και σε ενέδρα έξω από την Τριπολιτσά σκοτώνεται ο γιος το Κολοκοτρώνη, Πάνος, στις 13 Νοεμβρίου 1824.
Pierre Bonirote, Πορτρέτο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, υδατογραφία και μολύβι σε χαρτί
Ο Θ. Κολοκοτρώνης συντετριμμένος από την απώλεια του γιου του, αποσύρεται στη Βυτίνα, μετανιωμένος για τη συμμετοχή του στον εμφύλιο.
Τη στιγμή που η κυβέρνηση Κουντουριώτη έχοντας τη διαχείριση των χρημάτων του δανείου, εξαγόραζε καπεταναίους, τα ρουμελιώτικα στρατεύματα είχαν εισβάλει στην Πελοπόννησο, και ο Γκούρας και ο Καραϊσκάκης προκαλούσαν καταστροφές και λεηλασίες και διαφαίνονται η απειλητική, για την επανάσταση, σύμπραξη του Σουλτάνου με τον Μοχάμετ Άλη της Αιγύπτου, ένας οπλαρχηγός, ο Δημήτριος Πλαπούτας, διαβλέποντας τους κινδύνους, ως ουδέτερος, προσφέρθηκε να μεσολαβήσει για τον τερματισμό της εμφύλιας διαμάχης.
Ο Κολοκοτρώνης δέχθηκε να μεταβεί στο Ναύπλιο και να «προσφέρη εις την Διοίκησιν την υπόκλισίν του και την ευπείθειάν του εις τους νόμους της πατρίδος…». Είχε λάβει αόριστες διαβεβαιώσεις ότι η Κυβέρνηση θα χορηγούσε αμνηστία στους αντιπάλους της. Όμως, ο Κουντουριώτης δεν πίστεψε τα λόγια του μεγάλου του αντιπάλου και αφού τον συνέλαβε στις 6 Φεβρουαρίου 1825 τον έκλεισε στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία στην Ύδρα.
Όπως αναφέρει ο Γ. Πραχαλιάς:
“Στην αποβάθρα του Ναυπλίου, καθώς τον μεταφέρουν στο καράβι για Ύδρα, ο στημένος από την κυβέρνηση όχλος τον γιουχάρει, πετώντας του πέτρες και αποφάγια. Μια πέτρα μάλιστα τον τραυματίζει σοβαρά στο δεξί μάτι. Ο Κολοκοτρώνης κοντοστέκεται και τους κοιτάζει με μάτια βουρκωμένα και το αίμα να τρέχει από το μάτι του. Ο όχλος σαστίζει και σταματά την οχλοβοή. Ο Γέρος προτάσσει τα αλυσοδεμένα χέρια του και τους λέει υπερήφανα: Κρίνεται εσείς αν μου πρέπει τέτοια καταισχύνη”. Όλοι αφήνουν κάτω τις πέτρες και φεύγουν από ντροπή.
Στην Ύδρα ο Κολοκοτρώνης έμεινε φυλακισμένος κοντά τέσσερις μήνες. Υπέφερε από το τραύμα στο μάτι, αλλά και η γενικότερη κατάσταση της υγείας του είχε κλονιστεί.
Ενώ ο Ιμπραήμ ερήμωνε την Πελοπόννησο και ο Κιουταχής πολιορκούσε το Μεσολόγγι, η κυβέρνηση κάτω από την πίεση του λαού και από τη δεινή στρατιωτική θέση, αναγκάζεται να δώσει γενική αμνηστία στις 17 Μαϊου 1825, και να ορίσει τον Θ. Κολοκοτρώνη Γενικό Αρχιστράτηγο.