Ν α ύ π λ ι ο ν (Napoli di Romania – Nauplie)
Le Grand Dictionnaire géographique et critique, par M. Bruzen La Martinière
Μετάφραση: Βασιλική Γκούμα
Στα 1741 εκδόθηκε στη Βενετία σε γαλλική γλώσσα υπό τη διεύθυνση του Μ. Bruzen La Martiniere πολύτομο γεωγραφικό λεξικό, στο οποίο καταβλήθηκε προσπάθεια να συγκεντρωθούν οι γεωγραφικές γνώσεις της εποχής. Πηγές για τη σύνταξη του έργου υπήρξαν οι αρχαίοι συγγραφείς, καθώς και νεότεροι γεωγράφοι και περιηγητές. Αναμφίβολα στα λήμματα παρατηρούνται σημαντικά λάθη. Καταγράφονται όμως και σημαντικές πληροφορίες , οι οποίες θα πρέπει να αποτελέσουν ερέθισμα για την παραπέρα έρευνα. Θεωρήσαμε λοιπόν χρήσιμη την παράθεση της μετάφρασης του λήμματος Napoli (di Romania) η οποία καταχωρείται αμέσως στη συνέχεια μαζί με τις βιβλιογραφικές παραπομπές του συντάκτη του.
Πόλη της Ελλάδας μέσα στην αρχαία Αργεία, που σήμερα ονομάζεται Saccania ή Μικρή Ρωμανία (Romanie Mineure), πλούσιος τόπος του Μοριά.
Από όλες τις πόλεις της αρχαίας Αργείας το Ναύπλιον, μπορούμε να πούμε, είναι το μόνο που διατήρησε μέχρι τώρα τη δόξα του παλαιού μεγαλείου. Οι αρχαίοι το ονόμασαν Άνάπλια” και ο Πτολεμαίος το ονομάζει “Ναύπλιον ναυτικόν“.
Αυτή η πόλη κτίστηκε από το Ναύπλιο, γιο του Ποσειδώνα και της Αμυμώνης, στο μυχό του κόλπου, ονομαζόμενου κοινώς “Golphe di ΝαροΙί” (κόλπος του Ναυπλίου) και από τον Πτολεμαίο “Argolicus Sinus”, στην πλαγιά ενός μικρού ακρωτηρίου που τον χωρίζει σε δύο μέρη. Αυτό που είναι προς το βορρά σχηματίζει ένα λιμάνι ευρύχωρο και το άλλο προκαλεί στους διαβάτες μεγάλη δυσκολία, γιατί δεν μπορούν να φτάσουν εκεί παρά από ένα μονοπάτι απόκρημνο, που βρίσκεται ανάμεσα στο βουνό Παλαμήδι και στο ακρωτήρι αυτό.
Το λιμάνι, που είναι ένα από τα καλύτερα της χώρας, προστατεύεται από τους πειρατές και τους ανέμους από ένα μικρό φρούριο, που το έκτισαν πάνω σε ένα βράχο (σκόπελο) και το οποίο εμποδίζει την είσοδο. Υπάρχουν πολλά καταφύγια σε βάθος, όσα σε κανένα άλλο λιμάνι του ανατολικού παραλιακού Μοριά.
Αναπτύχθηκε εκεί ένα μεγάλο εμπόριο με σιτάρι, κρασί, ελιές, μετάξι, βαμβάκι και καπνό. Για να εισέλθει κανείς μέσα στην πόλη από τη μεριά της στεριάς δεν υπάρχει παρά μια λεωφόρος και μια πύλη, που κοιτάζει τη Δύση. Από τις άλλες μεριές η θάλασσα κτυπά κόντρα στα τείχη, τα οποία είναι αρκετά καλά και προστατεύονται από αρχαίους πύργους. Για κάθε άλογο, που μπαίνει μέσα στην πόλη από αυτή την πύλη, πληρώνει κανείς 3 άσπρα. Εκτός της πύλης που είναι στην είσοδο του λιμανιού, υπάρχει και μια άλλη στη μεριά του βορρά. Είχε άλλοτε τρεις περιβόλους, που ελαττώθηκαν στο παρόν σε ένα μόνο. Από όποια μεριά κοιτάει κανείς αυτή τη θέση, βεβαιώνεται ότι η φύση και η τέχνη έχουν εξίσου συνεργήσει, για να την κάνουν οχυρή.
Όπως είναι κτισμένο στους πρόποδες ενός βράχου, που κοιτάζει το νοτιά και που αντανακλά τις ακτίνες του ήλιου με δύναμη, οι ζέστες είναι ανυπόφορες στο Ναύπλιο. Οι δρόμοι είναι υπερβολικά καθαροί, πλημμυρισμένοι από Χριστιανούς, Τούρκους και Ιουδαίους, γιατί οι Αρναούτες {(Arnautes) Αρναούτης , από το τουρκικό “Αρναβούτ”, αναφέρεται είτε σε αλβανικά φύλα και γενικά σε ομιλητές της Αλβανικής γλώσσας (αρναούτικα)} κατοικούν μέσα στο Fauxbourg.(προάστιο)
Οι Έλληνες έχουν επτά ή οκτώ εκκλησίες μέσα στην πόλη. Η Μητρόπολη ονομάζεται “Σωτήρας”, γιατί ο ναός είναι αφιερωμένος στο Σωτήρα. Οι Εβραίοι έχουν μία Συναγωγή και οι Τούρκοι έχουν τρία τζαμιά, χωρίς να υπολογίσουμε και εκείνα του κάστρου. Οι Γάλλοι μοναχοί που κλήθηκαν στην Αποστολή του Μόριά από το Συμβούλιο της Προπαγάνδας (Propaganda Fide) έχουν την κύρια έδρα τους στο Ναύπλιον. Οι κωπηλάτες των πλοίων των μπέηδων πάνε τακτικά εκεί το χειμώνα, από το μήνα Νοέμβριο μέχρι τη γιορτή του Αγίου Γεωργίου, που είναι η μέρα που ξαναμπαίνουν στη θάλασσα.
Ανάμεσα στις κατοικίες (cabanes) των Αρναούτηδων, που συνθέτουν το Fauxburg του Ναυπλίου, υπάρχουν τρεις ή τέσσερις μικρές Ελληνικές εκκλησίες και πλάι σ’ αυτές, που είναι αφιερωμένες στην Παναγία (Panagia) και τον Άγιο Θωμά (Agios Thomas) βλέπει κανείς έναν Τεκέ (Takias) Δερβίσηδων. Η τουρκική λέξη Takias (τεκές) σημαίνει μοναστήρι. Αυτός κτίστηκε από το Μουσταφά πασά, ο οποίος ευαρεστήθηκε να κτίσει ένα κτίριο για δώδεκα Δερβίσηδες και τις γυναίκες τους. Κι αυτό γιατί οι δερβίσηδες παντρεύονται όποτε και όποια θέλουν, αν και πολλοί ταξιδιώτες θα ισχυρίζονταν το αντίθετο.
Υπάρχει επίσης ένας κήπος, που θα μπορούσε κανείς να περπατήσει.
Βόρεια του Fauxburg και βορειοδυτικά της πόλης βλέπει κανείς το “βουνί του Παλαμηδιού” (Vouni tou Palamedou), δηλαδή το όρος του Παλαμήδη (βλέπε τη λέξη). Βόρεια της πόλης υπάρχουν τα ερείπια του αρχαίου Ναυπλίου (βλέπε τη λέξη).
Ο Crusius εξαπατήθηκε από τη λαθεμένη άποψη, όταν έγραφε ότι οι Έλληνες τον Ναυπλίου ήταν αξιωματικοί των δασμών. Οι πιο παλιοί τον τόπου δεν άκουσαν ποτέ να μιλούν για τέτοιο προνόμιο. Στο Ναύπλιο εξάλλου δεν υπάρχουν παρά τρεις τέτοιες θέσεις. Εύνοια μπορούσε να αποκτηθεί μόνο μέσω του Διοικητή, ή με την παντρειά των παιδιών ή με το να γίνουν παπάδες.
Οι κάτοικοι του Ναυπλίου θεωρούνται πνευματώδεις. Είναι προφανής όμως ο φόβος των Τούρκων, οι οποίοι εμφανίζονται ιδιαίτερα προνομιούχοι, όταν πρόκειται να ζημιώσουν τους Χριστιανούς ή τους Ιουδαίους. Έχουν το ταλέντο να διαβάζουν μέσα στο χέρι, χωρίς τη βοήθεια χειρομαντείας. Όταν δυο άνθρωποι θέλουν να κάνουν μια σκευωρία, μυστικά, μπροστά στον κόσμο και να πλανέψουν τα μάτια και τη σκέψη των παρόντων, κρατούν και οι δύο τα χέρια σκεπασμένα στο στομάχι, προσπαθώντας να κάνουν μία κίνηση έκπληξης ή χαράς – ανάλογα με τη φύση της υπόθεσης και το θέμα της συνομιλίας -, ανασηκώνουν το μπράτσο και το δείχνουν με τα δάκτυλα ανοιχτά με κάποιο παράξενο τρόπο. Διατυπώνουν έτσι τη σκέψη τους με σαφήνεια.
Το Ναύπλιον έχει την τύχη όλων των άλλων πόλεων να περάσει από την κυριαρχία διαφορετικών ηγεμόνων. Πάρθηκε το 1205 από τη συμμαχία Βενετσιάνων και Φράγκων. Μετά από καιρό ο βασιλιάς Giovanissa κάνει έφοδο, περνά τη φρουρά “διά στόματος μαχαίρας” και καταστρέφει την πόλη.
Τελικά η εξουσία περιήλθε σε μια Δέσποινα, Μαρία το όνομα, της οποίας οι Γάλλοι πρόγονοι είχαν υπό την κυριαρχία τους το Ναύπλιο και το Άργος κατά το 14ο αιώνα. Αυτή παντρεύτηκε ένα βενετσιάνο ευγενή, ονομαζόμενο Petro Cornaro, αφού έμεινε χήρα παραχώρησε τις δύο πόλεις στα 1383 στη Δημοκρατία της Βενετίας, λαμβάνοντας μια ετήσια αποζημίωση 2.000 χρυσών νομισμάτων.
Το 1540 η Δημοκρατία το παραδίδει στο Σουλτάνο σε αντάλλαγμα της ειρήνης και το ξαναπαίρνει το 1686.
Αλλά στο τέλος αντός ο τόπος έπεσε στα χέρια των Τούρκων στην αρχή τον αιώνα.
Πηγή: Ναυπλιακά Ανάλεκτα 1995