Κύπριοι Αγωνιστές του 1821, στο Ναύπλιο

Κύπριοι Αγωνιστές του 1821, στο Ναύπλιο

 

Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 από την έναρξή της, ενέπνευσε πολλούς λαούς, με τις φιλελεύθερες απόψεις της αλλά και τις μεγάλες θυσίες των Ελλήνων. 

Σε προηγούμενες δημοσιεύσεις αναφερθήκαμε στο κίνημα του Φιλελληνισμού που δημιουργήθηκε, κυρίως στην Ευρώπη, και για τους Γάλλους, Ιταλούς, Άγγλους και άλλους φιλέλληνες που ήρθαν στην Ελλάδα και έδρασαν στο Ναύπλιο την περίοδο της Επανάστασης.

Ελάχιστες είναι οι δημοσιεύσεις για τους Κύπριους αγωνιστές, που ήρθαν στην Ελλάδα και ειδικότερα στο Ναύπλιο και πολέμησαν με αυτοθυσία.

Το 2008 εκδόθηκε στη Λευκωσία, το τρίτομο έργο «Αρχείον  Ροδίωνος Π. Γεωργιάδη» που ανάμεσα στα άλλα ο τρίτος τόμος μας κομίζει πλούτο πληροφοριών για την κυπριακή συμμετοχή στην επανάσταση του 1821. Ο Ροδίων Π. Γεωργιάδης (1917-1944), εθελοντής του ελληνοϊταλικού πολέμου και ήρωας της Εθνικής Αντίστασης, πήρε πτυχίο από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πραγματοποίησε μια μεγάλη έρευνα από τον Απρίλιο μέχρι τον Αύγουστο του 1940 στα ελληνικά «Γενικά Αρχεία του Κράτους» σχετικά με τους Κύπριους αγωνιστές του 1821. [2]

Είναι  γεγονός ότι η Κύπρος δεν ανήκε στις περιοχές όπου προγραμματιζόταν εξέγερση την άνοιξη του 1821. Οι επιτελείς της «Φιλικής Εταιρείας» υπολόγιζαν μόνο σε οικονομική βοήθεια της Κύπρου, αναγνωρίζοντας ότι οι γεωγραφικές συνθήκες καθιστούσαν καταδικασμένη εκ των προτέρων κάθε προσπάθεια για ένοπλη δράση. Αλλά και οι Ελλήνες ηγέτες της Κύπρου είχαν απροθυμία να ακολουθήσουν την επανάσταση.

Όμως, η έναρξη της ελληνικής επανάστασης είχε επιπτώσεις για την Κύπρο. Η Πύλη διέταξε αμέσως τον αφοπλισμό όλων ανεξαιρέτως των ραγιάδων Ελλήνων, στέλνοντας σχετικό διάταγμα και στην Κύπρο, πράγμα το οποίο έγινε χωρίς να δημιουργηθεί κανένα επεισόδιο (23/4/1821). Αμέσως μετά διατυπώθηκε κατηγορία κατά των Ελλήνων Κυπρίων ότι είχαν συνεννοηθεί μυστικά με τους υπόλοιπους Έλληνες για να επαναστατήσουν και αυτοί. Κατηγορία που ενισχύθηκε από την κυκλοφορία επαναστατικών προκηρύξεων αλλά και από τον τούρκο διοικητή της Κύπρου, Κουτσιούκ Μεχμέτ, που είδε να του παρουσιάζεται μεγάλη ευκαιρία για να πλουτίσει κατάσχοντας και αρπάζοντας περιουσίες. Έτσι ετοίμασε κατάλογο 486 σημαινόντων Ελλήνων Κυπρίων με την κατηγορία ότι ετοίμαζαν στην Κύπρο επανάσταση. 

Τελικά η έκταση των σφαγών ήταν ακόμη μεγαλύτερη μιας και οι ειδήσεις που έφταναν από την Ελλάδα και που μιλούσαν για ελληνικές νίκες και για επικράτηση της επανάστασης μεγάλωναν το τουρκικό μίσος. Οι σφαγές συνοδεύτηκαν και από δημεύσεις και αρπαγές περιουσιών, λεηλασίες εκκλησιών, μοναστηριών και σπιτιών, ενώ μεγάλα χρηματικά ποσά πληρώθηκαν στους Τούρκους από οικογένειες συλληφθέντων για να σωθούν ή για να μπορέσουν να διαφύγουν. 

Μετά τις εκτεταμένες σφαγές του Ιούλη του 1821 πολλοί Κύπριοι κατέφυγαν στο Ναύπλιο και στα νησιά του Αιγαίου, πολλοί κατετάγησαν και αρκετές φορές πίεσαν την ελληνική κυβέρνηση να οργανώσει επιχείρηση απελευθέρωσης της Κύπρου. 

Οι Κύπριοι αγωνιστές εντάχθηκαν στα διάφορα στρατιωτικά σώματα, ενώ ταυτόχρονα είχαν δημιουργήσει και λόχο Κυπρίων, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι υπήρχε και ξεχωριστή πολεμική σημαία που σώθηκε και φυλάσσεται στο Εθνικό και Ιστορικό Μουσείο στην Αθήνα. Το πολεμικό αυτό λάβαρο είναι λευκό, με γαλανό μεγάλο σταυρό στη μέση. Στο πάνω μέρος υπάρχει γραμμένη η ένδειξη: ΣΗΜΕΑ ΕΛΗΝΗΚΙ ΠΑΤΡΗΣ ΚΥΠΡΟΥ. Το λάβαρο των Κυπρίων ήταν στερεωμένο σε ξύλινο ιστό που έφερε στο πάνω μέρος του σταυρό σιδερένιο που κατέληγε σε λόγχη, έτσι που ο σημαιοφόρος μπορούσε να το χρησιμοποιήσει και ως όπλο.

Από τα έγγραφα των «Γενικών Αρχείων του Κράτους», (αν και υπάρχουν αρκετά που δεν έχουν ακόμη ερευνηθεί) προκύπτει πλήθος Κυπρίων που έδρασαν στην Ελλάδα την περίοδο της επανάστασης και ιδιαίτερα στο Ναύπλιο και στην ευρύτερη περιοχή.

Τις πιό πολλές φορές οι αγωνιστές υπογράφουν ή αναφέρονται στα έγγραφα με την τοπική τους καταγωγή, ή με το «πατρίς Κύπρος»: 

Τα περισσότερα έγγραφα είναι αιτήματα για αποζημιώσεις, απόδοση καθυστερημένων μισθών, κληρονομικά ζητήματα, παράπονα «αδικημένων», ανακρίσεις ή φυλακίσεις για ληστείες, φόνους, κατασκοπεία, ακόμη και εσωτερικές ενδοκυπριακές δολοπλοκίες και αντιπαραθέσεις. Ο αριθμός των Κυπρίων αγωνιστών είναι δύσκολο να υπολογιστεί με ακρίβεια, κυρίως γιατί η καταγραφή των ονομάτων τους έγινε συνήθως με το τοπικό Κύπριος ή Κυπριώτης ή το πατρώνυμο και όχι με επίθετα). Υπολογίζονται σε μερικές εκατοντάδες και ανάμεσά τους αναφέρονται: 

 

 

  • Ιωάννης Κύπριος καπετάν (Χριστοδούλου)

 

Γεννήθηκε το 1800 στο χωριό Κισσόνεργα της επαρχίας Πάφου. Βρισκόταν στην Ελλάδα πριν την έναρξη της Επανάστασης, όπου και εντάχθηκε στη Φιλική Εταιρεία.  Κατά τις παραμονές της έναρξης του αγώνα κατόρθωσε να καταλάβει το καράβι στο οποίο εργαζόταν και να το οδηγήσει στην Ύδρα. Αμέσως μετά την έναρξη της επανάστασης μετείχε, με το καράβι που κατέλαβε και που φαίνεται ότι στο μεταξύ μετετράπη σε πολεμικό με την τοποθέτηση σ’ αυτό πυροβόλων, σε διάφορες κρίσιμες ναυτικές επιχειρήσεις, όπως στον ναυτικό αποκλεισμό του Ναυπλίου, στην Ερεσσό, όπου πήρε μέρος στην πυρπόληση ενός εχθρικού δικρότου, και στη Σάμο η οποία και σώθηκε τότε από καταστροφή με την επέμβαση του ελληνικού ναυτικού και την πυρπόληση εννέα συνολικά τουρκικών πλοίων.  [6]

Πήρε επίσης μέρος στις κρίσιμες μάχες κατά του Δράμαλη στην Πελοπόννησο, με αποκορύφωμα τη μάχη στα Δερβενάκια υπό την αρχιστρατηγία του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη όπως επίσης και στη μάχη του Άργους όπου και πληγώθηκε σοβαρά στο κεφάλι.

Υπέβαλε αίτηση με ημερομηνία 8 Δεκεμβρίου 1865, προς την αρμόδια επιτροπή του Ελληνικού κράτους συνοδευόμενη από αρκετά πολεμικά πιστοποιητικά που κατείχε, προκειμένου να συνεχίσει να παίρνει σύνταξη αγωνιστή, αλλά και για επίσημη αναγνώριση της συμμετοχής του στον μεγάλο αγώνα. Τα πιστοποιητικά του ήσαν υπογεγραμμένα από διάφορους γνωστούς οπλαρχηγούς του αγώνα όπως ο Νικήτας Σταματελόπουλος (ο γνωστός Νικηταράς), ο Γιάννης Κολοκοτρώνης, ο Θ. Γρίβας, ο Ηλίας Κατζάκος, ο Π. Μαυρομιχάλης κ.α.  

Παρέμεινε στην ελεύθερη Ελλάδα και τιμήθηκε με τον βαθμό του λοχαγού της φάλαγγος  ενώ επέστρεψε στην Κύπρο μετά το 1878.

 

Ιωάννης Γεωργίου Κύπριος

Υπηρέτησε από την αρχή του αγώνα και προβιβάστηκε μέχρι το βαθμό του υποχιλιάρχου. Πληγώθηκε στο Φάληρο (όπου σκοτώθηκε ο Καραϊσκάκης) και στα Δερβενάκια υπό τον Κολοκοτρώνη κατά του Δράμαλη. Πήρε μέρος και σε πολλές άλλες όσο και σημαντικές μάχες. Μεταξύ των πιστοποιητικών του είναι και ένα υπογραμμένο από το Γενναίο Κολοκοτρώνη, που βεβαιώνει ότι ο καπετάν Ιωάννης Γ. Κύπριος υπηρέτησε υπό το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη μεταξύ 1822 και 1824. Πιο πριν, κατά το 1821, υπηρέτησε ως ναυτικός υπό τον καπετάν Αποστόλη.

 

Μιχάλης Μακριδάκις

Επιστρέφει από την Κρήτη στο Ναύπλιο, τον Ιούλιο του 1824 και ζητά από το Υπουργείο Πολέμου να τον εφοδιάσουν «με ένα δίπλωμα ανάλογον των θυσιών του» και να τον διατάξουν «εις ποίον μέρος αγαπούν να εκστρατεύσει». Λίγες ημέρες αργότερα θα προβιβαστεί σε «ταξίαρχο» και θα κληθεί να μεταβεί στο Νεόκαστρο με 50 στρατιώτες, «προς ασφάλειαν του φρουρίου».

Χριστόδουλος Δημητρίου (Κυπραίος). Πολέμησε από την αρχή της επανάστασης. Πληγώθηκε στη μάχη του Άργους. Κάτοχος αργυρού και χάλκινου αριστείου του αγώνα.

Αδάμ Μάρκου Κύπριος. Υπηρέτησε από το 1822, μέχρι το τέλος του αγώνα, υπό το Νικόλα Κριεζώτη και αργότερα στις τάξεις του κανονικού (τακτικού) στρατού. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες, μεταξύ αυτών και στην περίφημη μάχη στα Δερβενάκια. 

Πέτρος Γεωργίου Μαλλιαρός. Υπηρέτησε από το 1821 μέχρι το 1828, υπό το Μακρυγιάννη και άλλους οπλαρχηγούς. Πολέμησε στους Μύλους, στην Κρήτη και αλλού.

Μιχάλης Κυπραίος. Πολέμησε στο πλευρό του Ιωάννη Μακρυγιάννη και αναφέρεται στα απομνημονεύματα του στρατηγού. Σκοτώθηκε στις 13 Ιουνίου 1825, στη μάχη των Μύλων, όταν οι Αιγύπτιοι κατάφεραν να γκρεμίσουν τα οχυρά και άρχισαν να εισβάλουν στην πόλη. Για τον θάνατό του γράφει ο Μακρυγιάννης στα απομνημονεύματά του αλλά και ο Σκοτσέζος σερ Τόμας Γκόρντον, που πήρε μέρος στην Επανάσταση: «…Ο Κύπριος στρατιώτης όστις τόσον γενναίως εκολύμβησε προς το αγγλικόν πολεμικόν εις Ναβαρίνο, έπεσε νεκρός…» [8]

Ιωάννης Σταυρινός. Υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας στη δολοφονία του Γεώργιου Καραϊσκάκη, έπεσε αιχμάλωτος στα χέρια των Τούρκων και κατάφερε να επιβιώσει χάρη στην ευφυία του και την γνώση της τουρκικής γλώσσας. Μετά την ανεξαρτησία παρέμεινε στην Ελλάδα και διορίστηκε στη Χωροφυλακή, όπου αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του ταγματάρχη. Ο σημαντικός σταθμός της ζωής του ήταν η συμμετοχή του στην αντιοθωνική εξέγερση του 1862 στο Ναύπλιο, ως αντιμοίραρχος της Χωροφυλακής, για την οποία τιμωρήθηκε και τέθηκε σε αργία. Ο Σταυριανός, πατέρας οκτώ παιδιών, απεβίωσε στην Αθήνα το 1887.[7]

Γεώργιος Οικονομίδης.  Έφτασε στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1821, αφού είχε διαφύγει στην Ευρώπη.«Είχε υπό τις διαταγές του και συντηρούσε δώδεκα στρατιώτες και υπηρέτησε υπό τον Δημήτριο Υψηλάντη και τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Προσλήφθηκε ως γραφέας στο πρώτο Υπουργείο Οικονομικών που συστήθηκε (Μάρτιος 1822) και αργότερα προήχθη σε ανώτερες θέσεις. Υπηρέτησε στο Υπουργείο Αστυνομίας και διορίστηκε μέλος του πρώτου «Εγκληματικού Δικαστηρίου», στο Ναύπλιο. Η σταδιοδρομία του στο ελληνικό δημόσιο συνεχίστηκε επί Καποδίστρια και επί Όθωνος…” [7]

Το καλοκαίρι του 1825, αναφέρεται και ο Κύπριος Κυριακός Τζένιος, ενώ στη «Γενική Αστυνομία», στο Ναύπλιο, το 1825, υπηρετούσαν οι Ιωάννης Κύπριος και Φίληππας Κύπριος. Ως μπουλουκτσής του καπετάν Σταύρου Γρίβα, τον Ιούλιο του 1827, στο Ναύπλιο, αναφέρεται ο Ιωσήφ Κύπριος

 

Υπό τις διαταγές του στρατηγού Μακρυγιάννη, τον Ιανουάριο του 1825, στο Ναύπλιο, δήλωσαν ως πατρίδα την Κύπρο οι στρατιώτες: Παναγιώτης Μαύρος, Σίμος Γεωργίου, Γιάννης Κυριάκου, Μιχαήλ Πίτας, Ελευθέριος Νικολάου, Αργύρης Σάββα, Ηλίας Αλεξάνδρου. Οι Μαύρος και Πίτας καταγράφηκαν ως αξιωματικοί  καθώς και οι ηλικίες τους. Και οι επτά ήταν, κατά το 1825, από 28 ετών και πάνω (μέχρι 38 χρ.). Οι πέντε, μάλιστα, ήταν πάνω από τριάντα ετών.

 

Ένας αγωνιστής που ξεχώρισε κατά την επανάσταση του 1821 και εντοπίστηκαν αρκετά έγγραφα για αυτόν από τον Ρ. Γεωργιάδη, ήταν ο χιλίαρχος Γεώργιος Κύπριος, αλλού Γιώργης παπά Κυργιάκου Κυπρέος, που είχε υπό τις διαταγές του 143 στρατιώτες το καλοκαίρι του 1824 και γραμματέα τον Μιχαήλ Παπαδόπουλο (ή Παπαδημητρίου) Κύπριο. Τον βρίσκουμε στο Ναύπλιο και στην Ύδρα, υπό τις οδηγίες του Χατζηχρίστου Βούλγαρη, με την προσθήκη ότι υπηρέτησε «εις την εκστρατείαν Αρκαδίας και Τριπολιτζάς».[6]

 

Σε ένα ενδιαφέρον έγγραφο (Ναύπλιο, 26 Ιανουαρίου 1825) που υπογράφουν οι Καραγεόργις Κύπριος, Χριστόδουλος Κύπριος, Μιχαήλ Παπαδόπουλλος Κήπριος και Γιάννης Κύπριος, διεκτραγωδείται η κατάστάσή τους:

«ημής τα γδημνά τέκνα και τα τραχηλησμένα οι ήπό την οδηγίαν του γεόργι κήπριου εποιδή ο καπιτάνος ημών έσφαλεν και ος άγνοστος και χοντρός δεν καταδέχεται ίνα προς πέσι εις εκήνων οπού έσφαλεν και εις την Διοίκησιν να του σηγχορηθή το σφάλμα να θεωρηθούν η λογαριασμή ους επαρρισίασεν ο ίδιος υπομήναμεν δε και ημής ος ορφανά τέκνα ηπό πατρός και μητρός λέγοντές του να προς πέσι εις τον πτεύσαντα να του σηγχορηθή το σφάλμα αυτός δε λέγι δεν έχω χρείαν ούτε καν λάβο ούτε καν δεν λάβο έχω να φάγο και να πίο εγό εις το εξής δεν ορήζο στρατιότες αλλά ηπάγετε οι οίδιοι ζητήσαντες και τον δίκιον σας.» [6]

Ο Κυπρίδημος Γεωργιάδης, σύμφωνα με τις πηγές, ακολούθησε τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη το 1825, ως υπασπιστής του, εναντίον του Ιμπραήμ, με 87 στρατιώτες. Στις 26 Δεκεμβρίου 1825, θεωρήθηκε ως ο βασικός ύποπτος της δολοφονίας, του Χριστοφή Παπά Γεωργίου Κυπρίου, που συντάραξε το Ναύπλιο, και ειδικότερα την κυπριακή παροικία της πόλης. Ο Κυπρίδημος κατάφερε να διαφύγει τη σύλληψη και φυγοδίκησε, προκαλώντας και γενική κατακραυγή κατά της Αστυνομίας, λόγω και των στενών σχέσεών του με την οικογένεια Μαυρομιχάλη.

Την ίδια εποχή, συζητήθηκε και μια άλλη, θεαματική δραπέτευση ενός Κυπρίου κρατούμενου. Ο Κυριάκος Κύπριος, έγγαμος, πρώην εθελοντής στο Ιππικό Σύνταγμα, είχε συλληφθεί για ληστεία. Η Αστυνομία, στην οποία ήταν γνωστός από ανάλογη προηγούμενη δραστηριότητα, υποστήριξε την ανάγκη τιμωρίας του με ραβδισμό, και επιπλέον δημόσια διαπόμπευσή του στην πόλη του Ναυπλίου, θέτοντας στον τράχηλό του τα κλοπιμαία, που ήταν, παρεπιμπτόντως, ένα καζάνι, ποσότητες μεταξιού και γυναικεία φορέματα. [6]

Στα έγγραφα υπάρχουν αναφορές (1824 – 1825) από τις οποίες προκύπτει η ύπαρξη μιας ομάδας Κυπρίων που βρίσκονταν στο Ναύπλιο και οι οποίοι αρκετές φορές πίεσαν την ελληνική κυβέρνηση να οργανώσει επιχείρηση απελευθέρωσης της ιδιαίτερής τους πατρίδας. Μεταξύ των Κυπρίων αυτών ήταν ο Κυπριανός Θησέας, αδελφός των Νικολάου και Θεοφίλου Θησέα, ο Χαράλαμπος Μάλης, ο Κυπρίδημος Γεωργιάδης, ο Γεώργιος Δ. Οικονομίδης, ο Δημήτριος Οικονομίδης, ο Κυπριανός Βικέντιος. Για την ιστορία αναφέρουμε ότι η ελληνική κυβέρνηση απέρριψε τελικά το σχέδιό τους γιατί θεώρησε μια τέτοια επιχείρηση παράτολμη, τη στιγμή μάλιστα κατά την οποία ο πόλεμος στην ίδια την Ελλάδα μαινόταν.

 

ΠΗΓΕΣ

 

  1. Η Κύπρος και η ελληνική επανάσταση, Ιάκωβος Αλεξάνδρου
  2. Κύπριοι αγωνιστές του 1821, Πέτρος Παπαπολυβίου, papapolyviou.com
  3. Κύπρος , Ελληνική Επανάσταση, hellenicaworld.com
  4. Αφιέρωμα: Η Κύπρος και η Ελληνική Επανάσταση του 1821, Πέτρος Παπαπολυβίου
  5. Κύπριοι στο Ναύπλιο των χρόνων της επανάστασης του 1821, Πέτρος Παπαπολυβίου, papapolyviou.com
  6. Ιωάννης Κύπριος καπετάν-Πολέμησε σε Τρίπολη, Ναύπλιο και Μεσολόγγι το  ΄ 21, lakatamianews.com, Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια
  7. Κυπραίος, Μάλης, Πασαπόρτης… Οι Κύπριοι ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης, Φοινιώ Σάββα, reporter.com.cy
  8. Ο άγνωστος ήρωας του 1821 ο Μιχάλης ο «Κυπραίος»…,  Μηχανή του Χρόνου, http://www.mixanitouxronou.com.cy/tag/michalis-kipreos/
Tagged