Τα πρώτα πυροτεχνήματα στο Ναύπλιο, 1832

Τα πρώτα πυροτεχνήματα στην Ελλάδα

ρίχθηκαν στην Πρόνοια Ναυπλίου στις 17 Ιουλίου 1832

Άρθρο του ΘΕΟΔ. ΒΕΛΛΙΑΝΙΤΗ, στην εφημερίδα “ΕΜΠΡΟΣ”, στις 05 Μαϊου 1926.

ΑΛΛΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΠΥΡΟΤΕΧΝΗΜΑΤΑ

Κατὰ τὴν περιφορὰν τῶν Ἐπιταφίων καὶ τὴν νύκτα τῆς ᾿Αναστάσεως ἐκαίοντο διαρκῶς κάτι μικρὰ πυροτεχνήματα, τὰ ὁποῖα ἐν ξεσφενδόνιζον δέσμας πολυχρώμων φώτων. Ήσαν ἕν εἶδος μικρογραφιῶν τῶν μεγάλων πυροτεχνημάτων, τὰ ὁποῖα ἐκαίοντο ἄλλοτε εἰς τὸ Φάληρον παρὰ τὸν σταθμὸν τοῦ τροχιοδρόμου, εἰς τὸν ὁποῖον ὁ λαὸς εἶχε δώσει ἕνα περίεργον ὄνομα, ποῦ δὲν ἡμπορεῖ κανεὶς νὰ τὸ παραδώσῃ εἰς τὸ τυπογραφεῖον. Τα πυροτεχνήματα αὐτὰ τὰ ἔκαιεν ὁ τροχιόδρομος ὅπως προσελκύσῃ ἐπιβάτας, συναγωνιζόμενος μετὰ τοῦ σημερινοῦ ἠλεκτρικοῦ σιδηροδρόμου ᾿Αθηνῶν-Πειραιῶς, ὅστις τότε ἦτο ἀτμοκίνητος καὶ ὁ σταθμός του εὑρίσκετο εἰς τὴν πλατείαν τῶν ᾿Ασωμάτων.

Τὰ πυροτεχνήματα ὑπῆρξαν πάντοτε έν μέσον προσελκύσεως κόσμου. Η μεγαλειτέρα καὶ, οὕτως εἰπεῖν, ἡ φωτεινοτέρα διαφήμησις. Ανοίγε οἶνοπωλείον, ἐξεσφενδονίζοντο ρουκέτες εἰς τὸ κενόν· συνιστᾶτο κουρεῖον, ἐν καίοντο βεγγαλικά φῶταν. Ήρχισε τὸ Παλαιὸν Φάληρον νὰ γίνεται κέντρον, πυροτεχνήματα καιόμενα, συνήθροιζον τοὺς κατοίκους τῶν δύο πόλεων. Τὸ ἴδιον ἐγένετο ὅταν ἐπανηγυρίζοντο ἐθνικαὶ ἡ βασιλικαὶ ἑορταί. Ήτο τέλος πάντων, ἡ μεγαλειτέρα τέρψις τοῦ λαοῦ ταῦτα. Εν τούτοις τὰ πυροτεχνήματα ἦσαν ἄγνωστα εἰς τὴν Ἑλλάδα, ἐπὶ τουρκοκρατίας. Εξ ἀφηγήσεων μόνον τῶν Ἑλλήνων, οἵτινες διέτριβον εἰς τὴν Εὐρώπην καὶ παρέστησαν εἰς τοιαῦτα θεάματα, εἶχαν ἀσαφὴ γνῶσιν περὶ αὐτῶν οἱ μὴ ξενιτευθέντες συμπατριῶταί μας. Ἡ φαντασία των ὅμως δὲν ἠδύνατο νὰ συλλάβῃ τὴν πραγματικότητα ἐνὸς πυροτεχνήματος. Οἱ Τοῦρκοι δὲν μετεχειρίζοντο τοιαῦτα κατὰ τὰς θρησκευτικάς των ἑορτάς. Ἐφωταγώγουν μόνον τὰ τζαμιά των κατὰ τὸ ραμαζάνι μὲ μικρὰ πτωχὰ ἐλαιοφάναρα καὶ ἥναπτον ρετσίνες εἰς τοὺς δρόμους. Αὐτὴ ἦτο ὁλόκληρος ἡ τουρκική φωταψία.

 Βραδύτερον καὶ αὐτοὶ,  ἐσυνήθισαν εἰς τὰς ὡραιοτάτας φωταγωγήσεις τοῦ Βοσπόρου, αἵτινες ἦσαν ἀπὸγοητευτικώτερα θεάματα, και τὰ ὁποῖα ἡδύνατο κανεὶς νὰ ἀπολαύσῃ. ᾿Αλλ᾿ αὐτὸ ἐγένετο ἐπὶ τοῦ ᾿Αβδούλ ᾿Αζίζ.

Τὰ πρῶτα πυροτεχνήματα ἐν Ελλάδι ἐν κάησαν κατὰ τὸ 1832 εἰς τὴν Πρόνοιαν τοῦ Ναυπλίου. Τὰ γαλλικὰ ἀποσπάσματα τοῦ στρατοῦ τοῦ Μαιζῶνος, τοῦ ἀποσταλέντος ὅπως καθαρίσῃ τὴν Πελοπόννησον ἀπὸ τὰ αιγυπτιακά στρατεύματα τοῦ Ἰμβραὴμ πασσᾶ, τὰ εὑρισκόμενα εἰς Ναύπλιον, ἠθέλησαν τὴν ἐσπέραν τῆς 17 Ιουλίου νὰ ἑορτάσουν τὴν ἐπέτειον τῆς Γαλλικῆς ᾿Επαναστάσεως τοῦ 1830 μεγαλοπρεπῶς. Ἐπειδὴ δὲ πρὸ τριῶν ἡμερῶν εἶχε συνέλθει εἰς τὴν Πρόνοιαν καὶ ἡ Εθνοσυνέλευσις, ἔδωκεν εἰς τὴν ἑορτὴν ταύτην εξαιρετικὴν ἐπισημότητα καὶ τὴν ἐὼρτασεν εἰς τὸ προάστιον τοῦ Ναυπλίου, ὅπου συνεδρίαζεν αὕτη.

Τὸ μέγα γεγονὸς τῆς ἐσπέρας ἐκείνης ἦτο ὅτι θὰ ἐκαίοντο πυροτεχνήματα. ᾿Απὸ ημερῶν εἶχε διαδοθῇ εἰς τὸ Ναύπλιον καὶ εἰς τὸ “Άργος, ὅτι εἰδικοὶ τεχνίται παρεσκεύαζον ταῦτα. Η είδησις προεκάλεσε συγκίνησιν, όχι μόνον εἰς τοὺς ἀπλοϊκοὺς κατοίκους τῶν δύο πόλεων, ἀλλὰ γενικὴν τοιαύτην, διότι οὐδεὶς σχεδὸν εἶχεν ἰδῇ τοιαῦτα, ἀφοῦ · καὶ εἰς τὰς δευτερευούσας πόλεις τῆς Εὐρὼπης δὲν ἦσαν πολὺ κοινά. ᾿Ἀπὸ τῆς προηγουμένης, λέγει ὁ ἀρχαιολόγος Ρὴς, εἶχον ἀφιχθῆ πλείστοι ἐξ “Αργους καὶ Ναυπλίου, ὅπως παραστοῦν εἰς τὸ καινοφανές θέαμα. Πρὸ τῆς δύσεως δὲ τοῦ ἡλίου εἶχε κατακλυσθή ή Πρόνοια ὑπὸ πλήθους, εἰς τὸ ὁποῖον κυρίως διεκρίνοντο γυναῖκες. «Ήτο λέγει, βεβαίως τὸ θέαμα τοῦτο τὸ πρῶτον ἐπὶ τῆς γῆς τοῦ ᾿Αγαμέμνονος καὶ δικαίως αἱ δύο πόλεις ἦσαν ἀνάστατοι, ὅπως ἵδουν αὐτό. Παρετήρει τις τὴν ἀνησυχίαν, ἥτις κατείχε πάντας καὶ τὴν ἀγονίαν, μὲ τὴν ὁποίαν ἀνέμενον τὴν νύν κτα νὰ ἀπλὼσῃ τοὺς μελανοὺς αὐτῆς πέπλους. Πολλοὶ οὔτε ἐσκέφθησαν νὰ γευματίσουν καν. Τόσον εἶχεν ἀπορροφήσει τὸ κοινὸν ἡ προσδοκία τοῦ νεοφανοῦς θεάματος.

Ἐπὶ τέλους ἦλθεν ἡ νύξ. Πραγματικῶς δὲ οἱ Γάλλοι στρατιωτικοὶ ἔκαμον ὅ,τι ἄνθρωπίνως ἦτο δυνατὸν διὰ νὰ ἀνταποκριθοῦν εἰς τὰς προσδοκίας τῶν θεατῶν, τοὺς ὁποίους κατὰ χιλιάδας προσείλκυσαν. Η πλατεία τῆς Προνοίας καὶ τὰ πέριξ ὑψώματα εἶχον καταλήφθη ὑπὸ ποικίλου κόσμου. Ὅτε δὲ οἱ πύραυλοι ἀθρόοι ἀνετινάχθησαν εἰς τὰ ὕψην, χαρμόσυνος βόμβος διέδραμε τὰ πλήθη, αἱ γυναῖκες δὲ καὶ ἰδίως αἱ νεάνιδες ἐφώναζον ἐν ἀγαλλιάσει :

– Ωραίο πράγμα. Ωραίο πράγμα! 

᾿Αλλ’ οἱ ρουκέτες ἦσαν οὕτως εἰπεῖν, ὁ πρόλογος. Ἔπειτα ἐπηκολούθησαν τὰ λαμπρότερα. “Ένας μεγάλος σκελετός, παριστῶν τὰ σήματα τῆς Γαλλίας, ἀνεφλέγη προχέων πολυχρώμους φλόγας καὶ ἀναδίδων φωτεινούς σπινθήρας. Τὸ πλῆθος κατεπλάγη. ᾿Ατελείωτητοι ἐπευφημίαι ἐπηκολούθησαν. Προτοῦ ὅμως συνέλθῃ ἐκ τῆς ἐκπλήξεως ταύτης, φωτεινοί τροχοὶ ἤρχισαν αἴφνης στρεφόμενοι καὶ μύλοι γυρίζοντες καὶ ἐκτοξεύοντες ἀστέρας κυανοὺς καὶ ἐρυθροὺς ἐπηύξανον τὸν θαυμασμὸν τῶν παρισταμένων. Περιέπιπτεν οὕτως ὁ κόσμος ἐκεῖνος ἀπὸ ἐκπλήξεως εἰς ἔκπληξιν. “Έξαλλος ἐκ τοῦ μαγευτικού θεάματος ἐξεχύθη εἰς ζητωκραυγὰς καὶ χειροκροτήματα. Ἐπὶ τέλους ἔφθασε καὶ τὸ κατακόρυφον τοῦ ὡραίου θεάματος. Μία τεραστία φωτεινή ἀνθοδέσμη ἀνετίναξε χιλιάδας πολυ-χρώμων φωτεινῶν κρίνων εἰς τὸ κενὸν καὶ ἐφώτισεν ὁλόκληρον τὴν Πρόνοιαν καὶ αὐτὸ ἀκόμη τὸ Παλαμήδι. Τοιοῦτον θέαμα ἐκ τῶν παρισταμένων οὐδεὶς τὸ εἶχε φαντασθῆ ποτέ του. Οἱ Ἕλληνες, οἵτινες ἐπὶ τῆς τουρκικής κατακτήσεως εἶχον στερηθῆ καὶ τὰς κοινοτάτας ἀπολαύσεις τοῦ πεπολιτισμένου κόσμου, ἔβλεπον διὰ πρώτην φορὰν τὰ θαυμάσια τῆς τέχνης ἐκείνης, ἡ ὁποία ἀπὸ τῆς ἀνακαλύψεως τῆς πυρίτιδος κατέθελγε τοὺς λαοὺς τῶν μεγαλουπόλεων κατὰ τὰς ἑορτὰς καὶ τὰς πανηγύρεις τῶν Εὐρωπαϊκῶν χωρῶν. Ὅταν δὲ οἱ Γάλλοι στρατιῶται παρελαύνοντες ἀνῆλθον εἰς τὸ Ναύπλιον, κρατοῦντες βεγγαλικὰ φῶτα καὶ διῆλθον τὴν πλατεῖαν του, ἀκολουθούμενοι ὑπὸ τοῦ ἐνθουσιῶντος πλήθους, ἐφωτίσθησαν δὲ τὰ παλαιὰ ταπεινὰ κτίρια, ἐνόμιζε κανεὶς ὅτι καὶ αὐτὰ τὰ σκυθρωπὰ οἰκοδομήματα προσέλαβον χαρμόσυνον ὅψιν.

Αὐτὴ ὑπῆρξεν ἡ πρώτη πανηγυρική νὺξ μὲ πυροτεχνικά θεάματα, ποῦ ἑώρτασαν οἱ Ἕλληνες μετὰ τῶν Γάλλων, τὴν δευτέραν ἐπέτειον τῆς Γαλλικής Επαναστάσεως τοῦ 1830. Το θέαμα ἐγέννησεν εἰς πολλοὺς “Ελληνας τὴν ἐπιθυμίαν νὰ διδαχθοῦν τὴν ὡραίαν αὐτὴν τέχνην, οἱ δὲ πυροτέχναι Γάλλοι ἐδίδαξαν αὐτοὺς μετὰ πάσης προθυμίας. 

Σήμερον μὲ τοὺς ποικίλους συνδυασμοὺς τοῦ ἡλεκτρικοῦ φωτός, ἡ ὡραία τέχνη φαίνεται περιελθοῦσα εἰς κάποιαν παρακμήν. Αλλά δύναται νὰ ἐννοήσῃ κανεὶς τὴν κατάπληξιν, ἣν προσκάλεσαν τὰ πυροτεχνήματα εἰς τὴν πλατείαν τῆς Προνοίας, ὅταν διὰ πρώτην φορὰν οἱ ρουκέτες ἐξέπεμπον τὰ φωτεινά των ἄστρα εἰς τὰ ὕψη καὶ ἐθάμβωσαν τοὺς Ἕλληνας καὶ τὰς Ἑλληνίδας, οἱ ὁποῖοι πρὸ μικροῦ εἶχον ἐξέλθει ἑνὸς ἀτελευτήτου ἀγῶνος, ὅπου ἄλλου εἴδους πυροτεχνήματα ἐφλέγοντο εἰς τὴν ξηρὰν καὶ καὶ τὴν θάλασσαν. 

᾿Αργότερα μεταξὺ τῶν ἄλλων του ἀσχολιῶν, τὸ όπλοστάσιον τοῦ Ναυπλίου παρεσκεύαζε καὶ τὰ πυροτεχνήματα, τὰ ὁποῖα ἐκαίοντο εἰς τὰς ἐθνικὰς ἑορτάς. Ταῦτα μετεχειρίζοντο βραδύτερον εἰς τὰς ἐπαρχίας καὶ κατὰ τὴν τέλεσιν γάμων. Συνέβη δὲ κάποτε, ἐνῷ μετέφερε ταῦτα διὰ τὰς Σπέτσας πρὸς τοιοῦτον σκοπὸν τὸ ἀτμόπλοιων «Εὐνομία» νὰ ἀναφλεγοῦν αὐτὰ, νὰ πυρποληθῇ τὸ ἀτμόπλοιον καὶ νὰ εύρουν τὸν θάνατον ἀρκετοὶ διακεκριμένοι “Ελληνες. Ἡ πυρπόλησις δὲ τῆς «Εὐνομίας» ὑπῆρξε τὸ τραγικώτερον πυροτέχνημα, ἀπὸ ὅσα ἐκάησαν εἰς τὴν Ἑλλάδα.

ΘΕΟΔ. ΒΕΛΛΙΑΝΙΤΗΣ

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΟΙ ΠΡΩΤΙΕΣ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ