ΤΟ ΝΑΥΠΛΙΟΝ, 1901, εφημ. “ΕΜΠΡΟΣ”
Εκτὸς τῆς ἀγορᾶς. – Εἰς τὰ σπίτια, εἰς τὰς ὁδοὺς, τὰ θέατρα καὶ τὰς πλατείας
ΝΑΥΠΛΙΟΝ, 1η Αὐγούστου 1901
Ἐθρηνήσαμεν χθὲς τὴν βιομηχανικὴν καὶ έμπορικην κατάστασιν τοῦ Ναυπλίου, δὲν θὰ πράξω όμως το αὐτὸ καὶ διὰ τὸ Ναύπλιον τὸ ἐκτὸς τῆς ἀγορᾶς, διότι τὸ Ναύπλιον ἐκτὸς τῆς ἀγορᾶς προάγεται καὶ ἀκμάζει καὶ προοδεύει όσον καμμία ἄλλη έλληνική πόλις.
Γνωστὰ ἄλλως τε πράγματα. Η κοινωνία τοῦ Ναυπλίου εἰνε ἡ μᾶλλον προηγμένη καὶ ἡ μᾶλλον παρισινίζουσα κοινωνία. Εἶνε ἡ μὲ τὸ χειρόκτιον κοινωνία, ἡ καταπληκτικῶς εἰς ὅλα ὁμοιάζουσα μὲ τὴν ἀθηναϊκήν.
Ο Ναυπλιεὺς δὲν εἶνε ἐπαρχιώτης, εἶνε ᾿Ἀθηναῖος καὶ κάτι περισσότερον ἀκόμη καὶ εἰς τὸ ντύσιμό του καὶ εἰς τὸ βάδισμά του καὶ εἰς ὅλα. Εὑρίσκεσθε εἰς ναυπλιακόν σαλόνι; Ευρίσκεσθε εἰς ἀθηναϊκόν.
Το Ναύπλιον λοιπὸν εἰς τὰ σπίτια, τὰ θέατρα καὶ τὰς πλατείας προοδεύει με βήματα γιγαντιαία.
Η μόρφωσις ή κοινωνικὴ εἶνε μεγάλη, πάρα πολύ μεγάλη. ᾿Ατυχῶς ὅμως δὲν εἶνε καὶ… ἡ ἀγορὰ μεγάλη. Ἡ πόλις φορεῖ μόνον χειρόκτιον, ὄχι καὶ ποδιά. Καὶ διὰ νὰ προαχθῇ μία πόλις πρέπει νὰ συνυπάρχουν τὰ δύο αὐτά. Ολίγον παράδοξον ή συμβίωσις, ἀναγκαία ὅμως δι την περιβολήν μιᾶς πόλεως. ᾿Αλλὰ τὸ Ναύπλιον ἔπαθε περίπου ὅ,τι αἱ ᾿Αθῆναι, δι’ αὐτὸ εἶπον, ὅτι εἰς ὅλα ὁμοιάζουν αἱ δύο πόλεις. Καὶ δὲν ἦτο δυνατὸν παρὰ ἡ παλαιὰ πρωτεύουσα νὰ ἀκολουθήσῃ τὴν νέαν. Το Ναύπλιον κατεσκεύασε σαλόνι μόνον, ἔκλεισε δὲ τὸ μαγειρείον του καὶ τὸ πλυντήριον.
᾿Ανεπτύχθη καὶ ἐμορφώθη ὅσον ἠδυνήθη καλλιτεχνικῶς, κατεβιβάσθὴ δὲ ὅσον ήδυνήθη εμπορικῶς, καὶ σήμερον ὁμοιάζει μὲ τὴν ἀπερίσκεπτον, ἐκείνην οἰκοδέσποίναν ἥτις – ἔχει κλειδικύμβαλον καὶ δὲν ἔχει μαγειρικά σκεύη, ἥτις ἔχει τάπητας καὶ δὲν ἔχει παροψίδας, ήτις ἔχει αἴθουσαν πολυτελῶς διεσκευασμένην καὶ δὲν ἔχει μαγειρεῖον καὶ ἥτις διατρέχει τὸν κίνδυνον νὰ φάγῃ ἐν ὥρᾳ· πείνης τὰ παραπετάσματα τῆς αἰθούση.
Τι θὰ ἦτο ἡ πόλις· αὐτὴ ἂν μαζὶ μὲ τὴν παρισινή κοινωνίαν της, μὲ τοὺς ἐξόχους χαρακτηράς τῆς, μὲ τὸν ἀδαμάντινον λαόν της εἶχε καὶ μίαν ἐμπορικὴν κίνησιν, περιττὸν να τὸ εἴπω ἐγώ.
Εύχομαι ὅμως, νὰ γείνη καὶ εἶμαι σχεδόν βέβαιος ὅτι θὰ γείνη, διότι οἱ Ναυπλιεῖς, δὲ, θ᾽ ἀνεχθοῦν πατε νὰ ἴδουν τὴν πόλιν τους καταβιβαζομένην εἰς τὸν τάφον.
- Η Φιλαρμονικὴ καὶ ὁ δι᾿ ἀσετυλίνης φωτισμός. – Πῶς γίνεται ἡ ὕδρευσις τῆς πόλεως – τὸ θέρος. – Δημοσιογράφοι, ποιηταὶ καὶ φιλόλογοι.
Ἡ πόλις κατὰ τὰ ἄλλα προοδεύει. Αἱ ὁδοί της, αἱ ἀγοραί της καὶ οἱ πλατείαι της εἶνε καθαρώταται. Ο φωτισμός, της ἀρκετός. Εν σφάλμα ὅμως διέπραξεν ὁ κ. Νομάρχης μὴ ἐγκρίναι τὴν δαπάνην τοῦ φωτισμοῦ δι’ ἀσετυλίνης, τὴν ὁποίαν ὁ κ. Τερζάκης ένεκατέστησε κατὰ τὰς ἐορτάς. Η πίστωσις δὲν ἐδόθη ἐπὶ τῷ λόγῳ, ὅτι δὲν ἀναγράφεται ἐν προϋτολογισμῷ τῷ τοῦ Δήμου.
Καὶ οἱ λαμπτηρες τῆς ἀσετυλίνης μένουν ἐσβεσμένοι, ἀντ᾿ αὐτῶν δὲ καΐει τὸ πετρέλαιον, ὡς ἀμυδρὸς καὶ τρεμοσβήνων θρίαμβος τῆς ἀκαμψίας τοῦ κ. Νομάρχου.
Μία πρωτότυπος, ἱδέα του κ. Τερζάκη, ὅστις και έμε εἰ ε νὰ ἰδεῶδες τοῦ Δημάρχου, ἦτο ν᾿ ἀποθηκεύσῃ τὰ ὕδατα τῆς πόλεως κατὰ τὸ θέρος εἰς τὴν παρὰ τὴν παραλίαν εὑρισκομένην παλαιὰν λιθόκτιστον δεξαμενήν διὰ νὰ εξάγεται τὸ ὕδωρ. Ἡ δεξαμενή αὕτη ἐκτίσθη ὑπὸ τῶν Ἐνετῶν, ἴσως διὰ νὰ χρησιμοποιῆται κατὰ τὰς πολιορκίας. Εἰς τὴν ὑδαταποθήκην αὐτὴν διοχετεύεται τώρα τὸ ὑδωρ καὶ ἀπ᾿ αὐτὴν ὑδρεύεται ἡ πόλις.
Παρὰ τὴν ὑδαταποθήκην αὐτὴν ἀνεγείρεται καὶ τὸ κατάστημα τῆς Φιλαρμονικῆς, ἡ ὁποία ὅμως προσεβλήθη καὶ αὐτὴ ἀπὸ φυματίωσιν, ἐλλείψει πόρων. Ἐναντίον της Φιλαρμονικῆς Ναυπλίου ἐγένετο καὶ τὸ ἐξῆς, πραγματικόν αδίκημα : Ὅταν ὅλαι αἱ φιλαρμονικαὶ ἔλαβον ἀπὸ τὴν Κυβέρνησιν ἐπιδόματα 100 καὶ 500 δραχμάς, αὐτὴ ἔλαβε, μόνον 200.
Μὰ γιατί, κ. Θεοτόκη; Αμαρτίαις Κολοκοτρονέϊκες.
῎Αλλη πρωτοτυπία του Δημάρχου Ναυπλίου εἶνε καὶ ἡ ἐξῆς: Συνέλαβαν οὐτὸς τὴν Ιδέαν ν᾿ ἀντικαταστήσῃ ὅλα τὰ τουρκικὰ ὀνόματα τῶν χωρίων δι᾽ ἑλληνικῶν.
Ἐκεῖνο δηλαδὴ τὸ ὁποῖον ἔπρεπε να πράξῃ καὶ τὸ Συμβούλιον τοῦ δήμου Αθηναίων διὰ μερικὰς ὀνομασίας ὁδῶν, συνοικιών καὶ χωρίων.
- Πλεῖστα χωρία τοῦ Δήμου Ναυπλίου βαρύνουν ἀκόμη τουρκικαὶ ὀνομασίαι, ὡς Κιτσίμ ᾿Αγᾶ, Δερβὲν ᾿Αγᾶ καὶ τὰ παρόμειὰ ὑπενθυμίζοντα ὅλα αὐτά μίαν ἀλυσόδετον ἔποιχὴν δουλείας. Αὐτὰ ὅλα θὰ τὰ πετάξῃ από τὴ μέση ὁ κ. Τερζάκης καὶ θὰ τ᾿ ἀντικαταστήσῃ δι’ έλληνικῶν.
Παραδειγματισθῆτε κύριοι δημοτικοί Σύμβουλοι τῶν ᾿Αθηνῶν.
- Σήμερὸν τὸν τύπον ἐν Ναυπλίῳ ἀνπροσωπεύει «Τὸ Σύνταγμα» έφημερὶς ἑβδομαδιαία ἐκδιδομένη ὑπὸ τοῦ κ. Ἰατροῦ, τὴν δὲ φιλολογίαν καὶ τὴν ποίησιν ὁ νεαρὸς, καὶ ἐγνωστὸς καὶ εἰς τὰς Αθήνας ποιητής κ. Θρασ, Ζωϊόπουλος.
Πῶς περνοῦν αἱ νύκτες τώρα. – Ο Καραγκιόζης καὶ τὸ σύγχρονον δρᾶμα. – Καλλιτεχνία καπνίζουσα. – Ο δήμιος κ. Αμοιραδάκης εἰς τὸ θέατρον. – Που
ἀκριβῶς κεῖται ὁ Παράδεισος
Τὰ ἀπογεύματα καὶ αί νύχτες εἰς τὸ Ναύπλιον τώρα περνοῦν μὲ ἀρκετὴν… ἄσφυξίαν. Τὸ ἀπόγευμα περνᾷ μὲ τὸν μοναδικόν εἰς τὴν προκυμαίαν περίπατον, ὅπου ἐκτὸς τοῦ διπλουμένου καὶ ἀναδιπλουμένου κυανοῦ κάλλους του Αργολικοῦ, οὐδὲν ἄλλο παρέχεται πρὸς ἀπόλαυσιν. Τὰ δύο ἢ τρία ὑπάρχοντα καφενεῖα ἐλάχιστον κόσμον φιλοξενοῦν. Διότι δὲν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο ἐκτὸς καφέ καὶ τοῦ μπισκότου πρὸς ἐπίστρωσιν τοῦ λάρυγγος. Οὔτε παγωτό, οὔτε πάστα. Υπάρχουν μερικὲς πάστες, ἀλλ᾿ αὐτὲς διὰ τις φάτε, χρειάζεται νὰ στηθῇ ἡ καρμανιόλα.
Η νὺξ ἐν τούτοις εἶνε φοβερωτέρα του απογεύματος. Καὶ κατ᾿ αὐτὴν ἐπαναλαμβάνεται καὶ έν σκάνδαλον τρομερόν. Ὁ δήμιος Αμοιραδάκης παρίσταται εἰς τὸ θέατρον…. δηλαδὴ ὑποθέτω, ὅτι θὰ παρίσταται, διότι ο Καραγκιόζης ἔχει στηθῆ εἰς τὴν προκυμαίαν καὶ ἀκριβῶς ἀπέναντι εἰς τὸ Μπούρτζι.
Ὁ Καραγκιόζης εἶνε όλη – όλη ἡ θερινή θεατρική κίνησις καὶ ἡ μόνη ἀπόλαυσις. Το θερινὸν αὐτὸ θέατρον ἀποτελεῖται ἀπὸ ἕνα συνδόνι καὶ μερικὰς σανίδας. Ο χάρτινος θίασος, μὲ πρωταγωνιστὴν τὸν Χατζαϊβάτην διδάσκει καθ’ ἑκάστην νέα ἔργα ἐν μέσῳ τοῦ καπνοῦ τῶν ἀναλισκομένων κηρίων.
Το καπνίζον θέατρον διαψεύδει κάπως, τὸ λεχθὲν εἰς τὸ προηγούμενον ἄρθρον μου, ὅτι τὸ Ναύπλιον καταπίπτει βιομηχανικῶς, διότι πῶς εἶνε δυνατὸν νὰ μὴ είναι εμπορικὴ καὶ βιομηχανική μία πόλις, εἰς τὴν ὁποίαν έχει καπνοδόχον, καὶ τὸ θέατρον καὶ εἰς τὴν δ ποίαν καπνίζει καὶ ἡ καλλιτεχνία;
Ὡς εἶπον τὴν παράστασιν παρακολουθεῖ ἀπὸ τὸ Μπούρτζι καὶ ὁ κ. Αμοιραδάκης, ὁ ὁποῖος δὲν ἐννοεῖ διὰ ποῖον λόγον· ἀναβάλλεται ἡ καρατόμησις τῆς κοινωνίας Ναυπλίου, τῆς μόνης ἀληθεῦς καταδίκου ή διά ποῖον λόγον δὲν κλείεται. εἰς τὸ Παλαμήδι, ἀφοῦ ἐκεῖ εἶνε καλλίτερα τὸ καλοκαίρι.
Τίμος Μωραϊτίνης