Η Ψωροκώσταινα – Η Πανώρια Χατζηκώστα-Αϊβαλιώτη και ο Βενιαμίν Λέσβιος | Κατερίνα Παπαδριανού

Η Ψωροκώσταινα –

Η Πανώρια Χατζηκώστα-Αϊβαλιώτη και ο Βενιαμίν Λέσβιος

 Κατερίνα Παπαδριανού

psorokwstaina1_nafplio

 

Η Ψωροκώσταινα, το δεύτερο βιβλίο, της Κατερίνας Παπαδριανού είναι ένα λογοτεχνικό ιστορικό λεύκωμα με κεντρικούς ήρωες την Πανώρια Χατζηκώστα – Αϊβαλιώτη και τον Βενιαμίν Λέσβιο με δραματικό χρόνο την περίοδο 1821-1831, κεντρική σκηνή το Ναύπλιο και φόντο την επαναστατημένη και ελευθερωμένη Ελλάδα στην οποία κινείται ένας πολύχρωμος πολύβουος κόσμος που ζητάει εκπλήρωση των ονείρων του και λογοτεχνική καταξίωση.

Ιούνιος του 1821. Το Αϊβαλί καίγεται. Οι Τούρκοι, μπροστά στα μάτια της πλούσιας αρχόντισσας Πανώριας, σκοτώνουν τα τέσσερα παιδιά της και τον άντρα της, Κώστα Αϊβαλιώτη. Τρελαμένη από τη θλίψη και την απόγνωση σώζεται από τον καλόγερο και δάσκαλο Βενιαμίν Λέσβιο που την παίρνει μαζί του ως υπηρέτρια… Πώς μπόρεσε μια μάνα ν’ αντέξει τόσο πόνο και μια αρχόντισσα να καταντήσει μια βρώμικη ζητιάνα τέτοια που οι μοσχόμαγκες του Ναυπλίου να τη βαφτίσουν «Ψωροκώσταινα»;

Η συγγραφέας προσπαθώντας να εμβαθύνει στην ταραγμένη ψυχή της«Ψωροκώσταινας» περιγράφει τα φρικτά όνειρα και τους εφιάλτες της που δεν την αφήνουν τις νύχτες να κοιμηθεί, την κατάθλιψη και την τρέλα που την οδηγούν να ζητήσει γιατρειά στη «Μεταφυσική» και στη θεωρία του «Πανταχηκίνητου» του Βενιαμίν Λέσβιου.

Η Κατερίνα Παπαδριανού ακολουθεί τα βήματα του Βενιαμίν Λέσβιου και βλέπει με άλλο πρίσμα τον ξεσηκωμό των Ελλήνων. Περιγράφει γλαφυρά το επαναστατημένο Ανάπλι αναφερόμενη σε σημαντικά γεγονότα και πρόσωπα που μας δίνουν το στίγμα της ταραγμένης αυτής εποχής: Τα δάνεια της Αγγλίας, τον εμφύλιο, το γάμο του Χατζηχρήστου Βούλγαρη, τον έρανο για τους Μεσολογγίτες, τον Δημήτρη Μοσχονησιώτη, την Καλλιόπη Παπαλεξοπούλου,το Φινλανδό διοικητή Μουράτ μπέη, τον αστυνόμο Ευαγγέλη Ποταμιάνο και τη δολοφονία του Καποδίστρια. Μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα, η «Ψωροκώσταινα» ζητιανεύοντας και ξενοδουλεύοντας, ζει με αγώνα και θυσίες τα δώδεκα ορφανά παιδιά της, μέχρι που ο τύφος ξαναχτυπά…

Κατερίνα Παπαδριανού

«Η Ψωροκώσταινα – Η Πανώρια Χατζηκώστα-Αϊβαλιώτη και ο Βενιαμίν Λέσβιος»

Έκδοση: Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού

Βιβλιοθήκη Ιστορικού Μυθιστορήματος -1

Άργος, Απρίλιος, 2014.

288 σελίδες

ISBN 978-960-9650-12-0

Παραθέτουμε ένα απόσπασμα από την ομιλία του φιλόλογου Γιώργου Αναστασόπουλου:

Το Ναύπλιο ήταν τότε μια Βαβυλωνία. Οι γλώσσες και οι διάλεκτοι που μιλιούνταν ήταν αναρίθμητες δίνοντας την εντύπωση ότι κανένας δεν καταλαβαίνει κανέναν. Να θυμηθούμε πως αυτό το Ναύπλιο μετατρέπει σε θεατρική «Βαβυλωνία» ο Βυζάντιος. Το γεγονός ότι ήταν η πιο οχυρή πόλη της Ελλάδας, καθώς ήταν προφυλαγμένη με ισχυρά τείχη και τρία κάστρα(Παλαμήδι, Ακροναυπλία, Μπούρτζι) ήταν ο λόγος που είχε επιλεγεί για έδρα της κυβερνήσεως. Η κυβέρνηση και η σχετική ασφάλεια που πρόσφερε η πόλη, τράβηξαν σαν μαγνήτης ένα ετερογενές πλήθος Ελλήνων από επαναστατημένες και υποδουλωμένες περιοχές, και κυρίως χήρες και ορφανά πολέμου αλλά και ανάπηρους, επαίτες, κομπογιαννίτες, φιλόδοξους, τυχοδιώκτες και άλλους που αναζητούσαν στο Ναύπλιο μια καλύτερη μοίρα. Φυσικά και Έλληνες από τις ακμαίες παροικίες του εξωτερικού, φιλέλληνες, έμποροι, περίεργοι αλλά και αρκετοί ξένοι στρατιωτικοί και διπλωμάτες, με κάθε είδους κίνητρα, έβρισκαν τότε καταφύγιο στο Ναύπλιο, όπου, ας μη το λησμονούμε, περιοριζόταν στην οριογραμμή που μπορούμε σήμερα να παρακολουθήσουμε να κατεβαίνει από την ανατολική Ακροναυπλία, να περνά από την αναστυλωμένη πύλη της Ξηράς και να συνεχίζει δυτικά του δικαστικού μεγάρου μέχρι τον ανδριάντα του Καποδίστρια και από εκεί ακολουθώντας την κατεύθυνση της σημερινής οδού Αμαλίας (είναι ο δρόμος που περνά μπροστά από τα σχολεία και το πολεμικό μουσείο) να φτάνει μέχρι την βιβλιοθήκη του «Παλαμήδη» και ακολουθώντας την κατεύθυνση του σημερινού δρόμου να καταλήγει στην ντάπια «πέντε αδέρφια».

Αυτή την περιορισμένη έκταση περιέκλειαν τα τείχη του Ναυπλίου. Εκτός τειχών δεν υπήρχε φυσικά πόλη. Εντός των τειχών δεν αποκλείεται να στοιβαζόταν ένα πλήθος που μπορεί να πλησίαζε και τις 30.000. Δεν χρειάζεται να περιγραφούν οι συνθήκες διαβίωσης και ειδικά οι συνθήκες υγιεινής της πόλης. Σε μια τέτοια πόλη με τέτοια ανθρωπογεωγραφία έρχεται η Πανώρια και ο Βενιαμίν την άνοιξη του 1823.

Πρέπει να κείτονταν ακόμα στην πόλη άταφα πτώματα Τούρκων από το λιμό που προκάλεσε στον τουρκικό πληθυσμό του Ναυπλίου η μακρά πολιορκία της πόλης από τους Έλληνες. Η παράδοση της πόλης από τους Τούρκους στονΚολοκοτρώνη είχε γίνει λίγους μήνες νωρίτερα: το Δεκέμβριο του 1822. Οι περιγραφές του Φωτάκου για την εξαθλίωση των πολιορκημένων Τούρκων και τα άταφα πτώματα που βρίσκονταν παντού στην πόλη, αρκετά μισοφαγωμένα από τους κανιβαλισμούς, υποβάλλουν την ιδέα πως ίσως δεν είχαν όλα μαζευτεί και ταφεί έως την άνοιξη του 1823, με δεδομένη την απουσία δημοτικών αρχών ή στοιχειωδών δημοσίων υπηρεσιών.

Πάντως τον τόνο στην πόλη τον έδιναν τα αναρίθμητα ορφανά που περιδιάβαιναν ζητιανεύοντας, αλητεύοντας και φτιάχνοντας αλληλοσυγκρουόμενες συμμορίες.

Περισσότερα στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη

Tagged